Οχι μόνο απορρίπτει έστω και ως ενδεχόμενο την περίπτωση ταύτισης των θέσεων των συντηρητικών και των σοσιαλιστικών δυνάμεων της Ευρώπης στο κρίσιμο θέμα των εργασιακών σχέσεων ο ευρωβουλευτής του ΠαΣοΚ και καθηγητής Εργατικού Δικαίου στο ΑΠΘ κ. Γ. Κουκιάδης, αλλά στη συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα της Κυριακής» καταδεικνύει γιατί η επιχειρούμενη σήμερα προώθηση της ευελιξίας στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας δεν έχει καμία σχέση με το αγγλοσαξονικό μοντέλο. Γιατί το τελευταίο οδηγεί αφενός σε πλήρη απορρύθμιση και καταπάτηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και αφετέρου δεν τοποθετεί κατά κανέναν τρόπο σε ισότιμη βάση την κοινωνική με την οικονομική ανάπτυξη. Αντίθετα, οι ρυθμίσεις που προωθήθηκαν τόσο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και από τις σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις των κρατών-μελών έθεσαν ως στόχο τους την «αναμεταρρύθμιση του ισχύοντος κοινωνικού κράτους με την ενσωμάτωσή του στη νέα οικονομία» και τη θέσπιση ταυτόχρονων «αντισταθμισμάτων στις αβεβαιότητες και ανασφάλειες που δημιουργούν οι νέες, ευέλικτες μορφές της παραγωγής». Γεγονός που κατέστη πρόδηλο και με τις ρυθμίσεις που υιοθετήθηκαν για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, για τη μερική απασχόληση και για τα υπό έγκριση μέτρα για τα γραφεία ενοικίασης εργαζομένων.
Ο κ. Γ. Κουκιάδης, ο οποίος είναι και αντιπρόεδρος της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τονίζει πως ναι μεν το εκάστοτε καθεστώς απολύσεων και προσλήψεων εντάσσεται στην έννοια της προώθησης της ευελιξίας στην αγορά εργασίας, αλλά στη χώρα μας το ισχύον καθεστώς δεν χρήζει μεταρρύθμισης, όπως αποδεικνύεται και από τα σχετικά αιτήματα της εργοδοσίας, αφού οι βασικές αντιρρήσεις της τελευταίας επικεντρώνονται στο θέμα των περιορισμών στις ομαδικές απολύσεις.
- Κύριε καθηγητά, η προώθηση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας αποτελεί σήμερα τη μόνιμη επωδό όλων των συστάσεων τόσο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσο και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας προς τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ημεγαλύτερη ευελιξία της αγοράς εργασίας όμως με βάση το αγγλοσαξονικό πρότυπο δεν συνεπάγεται αυτόματα την πλήρη απορρύθμιση της αγοράς εις βάρος των κεκτημένων δικαιωμάτων των εργαζομένων;
«Η γενική ευελιξία, όπως την ευαγγελίζονται οι νεοφιλελεύθεροι, σημαίνει πλήρη κατάργηση των δικαιωμάτων της εργασίας. Μετά το πρώτο κύμα της δεκαετίας του '80 επανέρχονται σήμερα δριμύτεροι. Μια μερίδα της συντηρητικής Δεξιάς ανθίσταται στην πλήρη απορρύθμιση, αλλά αυτό το εννοεί ως απλή παραχώρηση, ενώ παραμένει εχθρική στην ολοκληρωμένη αναγνώριση των κοινωνικών δικαιωμάτων και στην ισότιμη επιδίωξη της κοινωνικής και της οικονομικής ανάπτυξης. Νεοφιλελεύθεροι και συντηρητικοί, που τους συνδέει η ξενοφοβία, ευθυγραμμίζονται στην επανεθνικοποίηση της αλληλεγγύης, όπως δείχνουν τα παραδείγματα της Ιταλίας και της Δανίας. Η ΕΕ με την ως σήμερα κυριαρχία των σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων είχε προωθήσει μια πολιτική φραγμών στην απορρύθμιση. Η μεγάλη παρεξήγηση είναι η επιχειρούμενη ταύτιση συντηρητικών και σοσιαλιστικών δυνάμεων. Οι τελευταίες ουδέποτε πρέσβευσαν την απορρύθμιση αλλά αγωνίζονται για την αναμεταρρύθμιση του κοινωνικού κράτους με την ενσωμάτωσή του στη νέα οικονομία επιχειρώντας να αντιμετωπίσουν με την ανεύρεση αντισταθμισμάτων τις αβεβαιότητες και ανασφάλειες μπροστά στις έτσι κι αλλιώς νέες, ευέλικτες μορφές της παραγωγής, που δεν προκαθορίζονται από τις νομοθεσίες.
Απέναντι στις επιδιώξεις του κεφαλαίου για ελεύθερη χρήση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου αντιπαρατάχθηκε ο περιορισμός της μη χρησιμοποίησής τους για πάγιες ανάγκες. Στις πιέσεις για ανατροπή του καθεστώτος της πλήρους απασχόλησης από τη μερική απασχόληση προωθήθηκαν ρυθμίσεις για τη διασφάλιση παραδοσιακών εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων και της ίσης μεταχείρισης πλήρως και μερικώς απασχολουμένων. Η ίδια διαφοροποίηση καταφαίνεται τώρα με την προώθηση της οδηγίας από την ΕΕ για την ενοικίαση των εργαζομένων. Οι συντηρητικές δυνάμεις επιδιώκουν την πλήρη ελευθερία των πρακτορείων ενοικίασης, ενώ εμείς αντιπροτάσσουμε περιορισμούς στο δικαίωμα προσφυγής σε αυτήν με εξασφάλιση για τον εργαζόμενο των ίδιων δικαιωμάτων με τους μόνιμα εργαζομένους στην επιχείρηση που τον απασχολεί.
Αν μπορούσε να μεταφερθεί στον αναγνώστη η σκληρότητα της αντιπαράθεσης που παρατηρείται και μόνο σε αυτό το σημείο θα κατανοούσε πόσο άδικη είναι η ισοπέδωση που επιχειρείται στην πολιτική. Εξάλλου ως σήμερα η πολιτική της μονομερούς προώθησης της ευελιξίας δεν υιοθετήθηκε ποτέ από την ΕΕ».
- Στο πλαίσιο αυτό πώς εντάσσεται η έννοια της απασχολησιμότητας, δηλαδή η έννοια της δημιουργίας δυνατοτήτων απασχόλησης, έναντι της έννοιας του δικαιώματος στην απασχόληση;
«Η πολυδυσφημημένη έννοια της απασχολησιμότητας αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα για το ότι η προώθηση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας δεν υιοθετήθηκε ποτέ μονομερώς από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Γιατί, αν και η απασχολησιμότητα επιφέρει πράγματι επαγγελματική αβεβαιότητα, σε επίπεδο ΕΕ αντιμετωπίστηκε με όρους τέτοιους ώστε στα ενδιάμεσα κενά της επαγγελματικής σταδιοδρομίας να χρηματοδοτείται ο απασχολήσιμος για την επανεκπαίδευσή του, να κατοχυρώνονται τα ασφαλιστικά του δικαιώματα και να προωθείται η επανένταξή του στην αγορά εργασίας. Αυτές οι ρυθμίσεις όχι μόνο συνθέτουν τον νέο χάρτη του κοινωνικού κράτους στην Ευρώπη αλλά το καθιστούν δυναμικό και αξιόπιστο μπροστά στις νέες προκλήσεις του κεφαλαίου».
- Επομένως, τι σημαίνει στην πράξη για τους σοσιαλιστές μεγαλύτερη ευελιξία στις εργασιακές σχέσεις και σε ποιους συγκεκριμένους τομείς πρέπει να υπάρξει μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας;
«Η ευελιξία είναι πολυδιάστατη έννοια και καλύπτει όλο το φάσμα των εργασιακών σχέσεων. Ξεκινά από τις προσλήψεις, που σημαίνει ευελιξία του εργοδότη για τον τύπο και τη μορφή της σύμβασης που θα επιλέγει με τον εργαζόμενο, σύμβαση εργολαβίας, σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών ή ακόμη και ελευθερία επιλογής συμβάσεων ορισμένου χρόνου ή προσωρινής απασχόλησης. Συνεχίζεται με την ευελιξία στους μισθούς, που σημαίνει κατάργηση των κατωτάτων ορίων και πλήρη συμβατικοποίησή τους, και επεκτείνεται στους λοιπούς όρους εργασίας με κυρίαρχο το θέμα της διευθέτησης του χρόνου εργασίας. Οσον αφορά την ευελιξία στις απολύσεις, αυτή περιλαμβάνει την κατάργηση των όρων που η παραδοσιακή νομοθεσία έθετε στο διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη.
Οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν στην αγορά εργασίας των κρατών-μελών αφορούν τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας και τη ρύθμιση ορισμένων μορφών άτυπης απασχόλησης. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποδέχεται την ευελιξία αλλά δεν την επέβαλλε ως σήμερα η ίδια. Αντίθετα, με τις ως σήμερα οδηγίες, ορισμένες από τις οποίες έγιναν με κοινή συμφωνία συνδικάτων και εργοδοτών, όπως είναι οι οδηγίες για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου και τη μερική απασχόληση, επεδίωξε την εξασφάλιση προστασίας απέναντι στην ευελιξία. Ορισμένες κυβερνήσεις, όπως φαίνεται από αντίστοιχη δήλωση του Αθνάρ, επιδιώκουν την επέκταση της ευελιξίας στους μισθούς με την έννοια που είχαμε πιο πάνω αλλά αυτό βρήκε σθεναρή αντίδραση και δεν προχώρησε. Το ίδιο σθεναρή αντίδραση βρήκε και η απόπειρα του Μπερλουσκόνι να καταργήσει την υποχρέωση για αιτιολόγηση των απολύσεων. Για τις ομαδικές απολύσεις έχουν ήδη καταργηθεί σε όλες τις χώρες οι διοικητικές απαγορεύσεις αλλά αντικαταστάθηκαν από την υποχρέωση διαβουλεύσεων και λήψης προληπτικών μέτρων».
- Μακροπρόθεσμα η προώθηση της μερικής απασχόλησης είναι δυνατόν να υπονομεύσει στη χώρα μας τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος μέσω της ανάλογης μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, έστω και αν δημιουργηθούν νέες θέσεις απασχόλησης;
«Η επιρροή της μερικής απασχόλησης στο ασφαλιστικό σύστημα είναι ένα θέμα που στηρίζεται ακόμη σε υποθέσεις. Απαιτούνται, επομένως, αρκετές έρευνες για να έχουμε οριστικά συμπεράσματα».
- Πώς είναι δυνατόν να προωθηθεί η μεγαλύτερη ευελιξία της εργασίας στον δημόσιο τομέα;
«Η ευελιξία της εργασίας στο Δημόσιο προσκρούει σε φοβίες που συνδέονται με τους κινδύνους για τη μονιμότητα και την ανατροπή πάγιων πρακτικών, όπως είναι συνήθως η πρωινή εργασία. Με σοβαρές όμως διαπραγματεύσεις και τις αναγκαίες εγγυήσεις ορισμένες ευέλικτες μορφές στο Δημόσιο αναμφίβολα θα βοηθήσουν στην καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών, όπως είναι η παροχή υπηρεσιών σε απογευματινές ώρες, αλλά και στην αύξηση των θέσεων απασχόλησης, γιατί θα διευκολύνουν στον πολλαπλασιασμό των υπηρεσιών του».
- Με στόχο τη μείωση της ανεργίας σε περιφερειακό επίπεδο υποστηρίζεται η άποψη της μεγαλύτερης ευελιξίας ως προς το ύψος των κατώτατων μισθών και ημερομισθίων. Θεωρείτε ότι η θέσπιση ανάλογων μέτρων στην Ελλάδα είναι εφικτή ή ενδέχεται να οδηγήσει σε πλήρη απορρύθμιση της αγοράς εργασίας;
«Η διασφάλιση κατωτάτων μισθών και
ημερομισθίων ανήκει στον σκληρό πυρήνα των
κοινωνικών κατακτήσεων. Η υπονόμευση αυτής της
εγγύησης είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για την
κοινωνική συνοχή. Αλλο αυτό όμως και άλλο η
δυνατότητα μέσα από συλλογικές συμφωνίες με
συμμετοχή των συνδικάτων, όπως είναι και τα
τοπικά σύμφωνα απασχόλησης, να προβλέπονται
ειδικά μισθολόγια για εργασίες για τις οποίες
δεν ενδιαφέρεται το κεφάλαιο, όπως είναι
διάφορες εργασίες στην κοινωνική οικονομία, τις
οποίες προωθούν μικροί περιφερειακοί οργανισμοί
ή ιδρύματα ή μικροεπιχειρηματίες».
- Στη χώρα μας ποια συγκεκριμένη μορφή πρέπει να πάρει η μεγαλύτερη ευελιξία στους τομείς των απολύσεων και των προσλήψεων; Κατά τη γνώμη σας, το ισχύον θεσμικό πλαίσιο είναι τόσο αυστηρό ώστε να συνιστά ανασχετικό παράγοντα στη μείωση της ανεργίας;
«Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν περιθώρια για
ευελιξία στις απολύσεις, γιατί αυτές ήταν
ανέκαθεν σ' εμάς ελεύθερες στον ιδιωτικό τομέα,
με μόνο περιορισμό την απαγόρευση κατάχρησης
δικαιώματος, που αποτελεί γενική ρήτρα. Το ίδιο
σε γενικές γραμμές ισχύει και για τις προσλήψεις.
Το σημερινό γενικό θεσμικό πλαίσιο δεν μπορεί να
θεωρηθεί ότι ανήκει στην κατηγορία των αυστηρών
συστημάτων. Αλλωστε και από την πλευρά της
εργοδοσίας οι βασικές αντιρρήσεις
επικεντρώνονται στους περιορισμούς για τις
ομαδικές απολύσεις. Εξάλλου στη δική μας χώρα,
πέρα από την επίσημη ευελιξία, έχουμε
ανεπτυγμένη και την ανεπίσημη ευελιξία, που
υποθάλπεται από όλους τους παράγοντες. Το σημείο
στο οποίο υστερούμε σε σχέση με τις άλλες
ευρωπαϊκές χώρες είναι ο μειωμένος αριθμός
περιπτώσεων εθελουσίας συμμετοχής στην ευελιξία
που εμποδίζει την ανάπτυξη του ενεργού
πληθυσμού».