Άρθρο για την εφημερίδα "Έθνος" που δημοσιεύτηκε στις 7/8/2003

του ευρωβουλευτή του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και αντιπροέδρου της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καθηγητή Ιωάννη Δ. Κουκιάδη

με τίτλο: "Η Ευρώπη των περιφερειών και οι ελληνικές διοικητικές μεταρρυθμίσεις".

Θεσσαλονίκη, 5 Αυγούστου 2003

1. Πολλοί μπορεί να εξεπλάγησαν για τη μείζονα πολιτική σημασία που φαίνεται να δίνει η κυβέρνηση στις πρόσφατες πρωτοβουλίες της για τη διοικητική αναδιάρθρωση της χώρας. Ορισμένοι μπορεί να τις βλέπουν με δυσπιστία και να τις θεωρούν ως κάποιες από τις συνήθεις εξαγγελίες που δεν έχουν βάθος χρόνου. Εύλογα ακόμη, ο μη υποψιασμένος πολίτης θα διερωτήθηκε αν όλες αυτές οι εξαγγελίες μπορούν να έχουν κάποια ιδιαίτερη σημασία για τα καθημερινά του προβλήματα και για τις αγωνίες του για το προσωπικό του μέλλον.

Όλα αυτά τα ερωτήματα και οι κάθε είδους δυσπιστίες μπορούν να δικαιολογηθούν κατά το μέτρο που δεν έχουν γίνει αντιληπτές στην ελληνική κοινωνία οι κοσμογονικές αλλαγές που πραγματοποιούνται στην Ευρώπη στις σχέσεις πολίτη, τοπικών αρχών, κεντρικής εξουσίας και στο σύστημα αποφάσεων των Βρυξελλών.

Η μείωση των διαφορών ανάπτυξης και βιοτικού επιπέδου, που αποτελεί την καρδιά της πολιτικής για συνοχή και ο διάλογος για το πολιτικό μέλλον της Ευρώπης συνδέεται όλο και στενότερα με τον αναδυόμενο νέο ρόλο των τοπικών κοινωνιών.

Δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι αρχίζει να διαμορφώνεται ένα κίνημα των περιφερειών, οι οποίες εκμεταλλευόμενες και την αποδυνάμωση άλλων κινημάτων θεωρούν ότι αποτελούν τους πλέον αξιόπιστους φορείς για να μειώσουν τις ανισότητες ανάμεσα στις περιφέρειες και να καταστήσουν πραγματικότητα τη βιώσιμη ανάπτυξη και στις λιγότερο ευνοημένες περιφέρειες. Με άλλα λόγια, οι περιφέρειες θεωρούνται ο αναγκαίος πλέον κρίκος για την επιτυχία της ευρωπαϊκής πολιτικής στον τομέα της συνοχής, γιατί από τις δικές τους πρωτοβουλίες, λόγω της εγγύτητας στα συγκεκριμένα προβλήματα του πολίτη, μπορεί να καταστεί πιο αποτελεσματική η προετοιμασία των κεντρικών αποφάσεων.

Παντού, λοιπόν, οι περιφερειακές και οι τοπικές αρχές ζητούν αύξηση αρμοδιοτήτων, μεγαλύτερο λόγο στο σχεδιασμό και την υλοποίηση αποφάσεων, περισσότερη αυτονομία κινήσεων, ενισχυμένο ρόλο στη διαχείριση κοινοτικών προγραμμάτων. Και όλα αυτά με διπλό αποδέκτη, το κράτος και την ΕΕ. Σε ορισμένες χώρες φθάνουν να ζητούν και δικαιώματα για προσαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου στα τοπικά δεδομένα. Γίνεται πλέον λόγος για ένα τοπικό κοινοτικό δίκαιο.

2. Στην έκθεση του σοσιαλιστή ευρωβουλευτή Ναπολιτάνο προτείνονται ανάμεσα στα άλλα η αναγνώριση της αρχής τοπικής αυτοδιακυβέρνησης, η επέκταση της αρχής επικουρικότητας από επίπεδο κρατών και σε επίπεδο περιφερειών, που πρακτικά σημαίνει ότι καμία απόφαση δεν μπορεί να λαμβάνεται σε ανώτερο επίπεδο όταν μπορεί να είναι πιο αποτελεσματική σε κατώτερο επίπεδο, και η συμπλήρωσή της με την αρχή της εγγύτητας. Το ίδιο το σχέδιο του Συντάγματος ευνοεί τις κινήσεις αυτές. Αυτό με τη σειρά δημιουργεί ευθύνη στις τοπικές αρχές να καταστούν αποτελεσματικές στη διαχείριση των κοινωνικών προβλημάτων, βασική προϋπόθεση για να απομειώσουν τις πιέσεις του συγκεντρωτικού συστήματος αποφάσεων.

Χρειαζόμαστε λοιπόν περιφερειακές και τοπικές αρχές πιο δυνατές, πιο αξιόπιστες και κυρίως πιο ανταγωνιστικές. Δεν αρκεί δήμοι και κοινότητες να ζητούν περισσότερη εξουσία. Πρέπει να αποδεικνύουν σε καθημερινή βάση τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα τους από την κεντρική εξουσία.

Οι πιέσεις προς την ΕΕ να αναπτύξει νέους τρόπους διαχείρισης που θα διασφαλίζουν πιο ενεργό ρόλο στις τοπικές και περιφερειακές αρχές, να ενθαρρύνει τη συμμετοχή τους σε όλα τα κοινοτικά όργανα συμπεριλαμβανομένου και του ΕΚ, να προωθήσει τις λεγόμενες τριμερείς συμβάσεις μεταξύ της ΕΕ, των κρατών μελών και των τοπικών οντοτήτων καθιστά ορατή την ανατροπή του μέχρι σήμερα συστήματος κατανομής αρμοδιοτήτων.

3. Η Ελλάδα που μαζί με τη Γαλλία ανήκει στα κατεξοχήν κεντρομόλα κράτη δυσχεραίνεται να παρακολουθήσει από κοντά τις εξελίξεις αυτές. Η αυξανόμενη τάση για ένα νέο περιφερειακό πρόσωπο της Ευρώπης προέρχεται κυρίως από κράτη με ομόσπονδη λειτουργία, όπως η Γερμανία, ή με αυτόνομες κοινότητες, όπως η Ισπανία, ή με αναπτυγμένες περιφέρεις, όπως το Βέλγιο. Από τη στιγμή όμως που η πλειοψηφία των κρατών τείνει ευήκοον ους σε ένα νέο ρόλο των περιφερειών, δεν μπορεί ένα κεντρικό σύστημα λειτουργίας, όπως το ελληνικό, να είναι ανταγωνιστικό και να συμμετέχει στο σχεδιασμό των ευρωπαϊκών πολιτικών και στη διανομή του ευρωπαϊκού πλούτου με αποτελεσματικό τρόπο.

Για να σταθεί ο ελληνικός χώρος ανταγωνιστικός απέναντι στους άλλους ευρωπαϊκούς χώρους είναι αναγκασμένος να συμμετάσχει στις εξελίξεις για περιφερειακή ανασύνταξη. Αρκεί να αναφέρουμε ότι η Ευρώπη των περιφερειών οδηγεί σε μια πρωτόγνωρη ανταγωνιστικότητα ανάμεσα στις περιφέρειες με έντονα τα διεκδικητικά στοιχεία. Και μόνο από το γεγονός ότι στο νέο σκηνικό προβλέπονται αναπτυγμένες μορφές διασυνοριακής συνεργασίας με τις λεγόμενες εταιρικές σχέσεις, είμαστε αναγκασμένοι να καταστήσουμε τις ελληνικές περιφερειακές οντότητες αξιόπιστους εταίρους με ό,τι αυτό συνεπάγεται, γιατί έτσι μόνο δεν θα αποκλείονται από αυτές.

4. Υπάρχει όμως και ένα ακόμα στοιχείο που η πολιτική για ένα νέου τύπο περιφερειακής και τοπικής οργάνωσης στην Ελλάδα πρέπει να αποτελέσει ένα από τα νέα πολιτικά οράματα της χώρας μας. Έχει αναγνωριστεί και από την τελευταία έκθεση συνοχής της ΕΕ ότι η προστιθέμενη αξία από τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης στις χώρες που επωφελούνται από αυτά είναι αναμφισβήτητη. Η Ελλάδα μάλιστα κατατάσσεται ανάμεσα στις χώρες που πέτυχε το μεγαλύτερο βαθμό ανάπτυξης, αν εξαιρέσει κανείς την περίπτωση της Ιρλανδίας τα προηγούμενα έτη. Παράλληλα, όμως διαπιστώνεται από την έκθεση ότι οι ανισότητες περιφερειών και συνεπώς και οι ανισότητες μεταξύ των πολιτών δεν μειώθηκαν. Η μάχη λοιπόν για την καταπολέμηση της πραγματικής ανισότητας στο σύνολο του λαού, για την εξατομικευμένη πολιτική κατά της φτώχειας, για ουσιαστική σύγκλιση όχι μεταξύ κρατών, αλλά μεταξύ πολιτών έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να κερδηθεί, όταν εξασφαλίσουμε πρωταγωνιστικό ρόλο στις τοπικές οντότητες.

Με όλα αυτά είναι προφανές ότι για μια σοσιαλιστική κυβέρνηση για την οποία η κοινωνική συνοχή εντάσσεται στις προτεραιότητες των πολιτικών της, η πολιτική για νέου τύπο οργάνωσης της εξουσίας αποτελεί πλέον κλειδί για την πραγμάτωση του συνολικού της οράματος, για κοινωνική ισότητα, που θα περιλαμβάνει εξίσου τον πολίτη μιας ακριτικής περιοχής με τον πολίτη του κέντρου της πρωτεύουσας.

5. Στην πολιτική αυτή θα πρέπει να συσπειρωθούν όλες οι προοδευτικές δυνάμεις για τον πρόσθετο λόγο ότι η αυξανόμενη εσωτερική περιφερειοποίηση των κρατών μελών παρουσιάζεται ως ένα χειροπιαστό αντίβαρο στην ανεξέλεγκτη οικονομική παγκοσμιοποίηση και από την άποψη αυτή μια πρώτη πειστική πολιτική απάντηση του κινήματος της αντιπαγκοσμιοποίησης. Όσο περισσότερο απομακρύνονται από τη βάση οι σημαντικές πολιτικές αποφάσεις, τόσο περισσότερο δημιουργείται η ανάγκη για συσπείρωση των τοπικών κοινωνιών, ως αντίβαρο στη συγκεντρωτική εξουσία. Η συσπείρωση αυτή παίρνει διάφορες μορφές που έχουν όμως όλες ένα κοινό στοιχείο: ξεκινούν από την αυξανόμενη ανάγκη προσκόλλησης των πολιτών στη ρίζα του τόπου τους, δίνουν τη δυνατότητα της απευθείας συνεργασίας των πολιτών ανάμεσα σε διαφορετικές περιφέρειες είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό ενός κράτους και καταλήγουν στο μοντέλο λήψης απόφασης όσο πιο κοντά γίνεται στο λαό. Έτσι, γίνεται πιο αισθητή η προσέγγιση στις αγωνίες των πολιτών, επιτυγχάνεται η καλύτερη ταύτιση με τα συμφέροντα τους και δημιουργούνται οι βάσεις για πιο άμεση δημοκρατία.