Άρθρο του ευρωβουλευτή του ΠΑ.ΣΟ.Κ. καθηγητή Ιωάννη Κουκιάδη,
αντιπροέδρου της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου, στην εφημερίδα "ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ".
Θεσσαλονίκη, 10/12/2003
Η οδηγία για τα επαγγελματικά προσόντα έχει μεταξύ άλλων σκοπό να διευκολύνει τη μετακίνηση των ελευθέρων επαγγελματιών στην ενιαία αγορά. Αυτός είναι ένας επιθυμητός στόχος και θα έλεγα και φιλολαϊκός, γιατί δεν περιορίζει την αγορά στη μετακίνηση μόνο των κεφαλαίων αλλά την καθιστά και αγορά ελεύθερων υπηρεσιών. Ο καθένας λοιπόν επαγγελματίας θα μπορεί έτσι να επωφελείται από αυτή την ευκαιρία.
Ακόμα, η οδηγία έμμεσα ενθαρρύνει τις συνεργασίες μεταξύ πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, κάτι που είναι ιδιαίτερα θετικό, γιατί βοηθάει την ανταλλαγή των βέλτιστων πρακτικών ανάμεσα στις διάφορες χώρες.
Η τροπολογία που κατέθεσα δεν θέτει υπό αμφισβήτηση αυτούς τους στόχους, αλλά αποτελεί μια στοιχειώδη συνεισφορά ενός Έλληνα ευρωβουλευτή στη διαφύλαξη των επιταγών του Συντάγματος. Όμως, πέρα από αυτό, προτείνει κάτι το αυτονόητο: Όταν το Πανεπιστήμιο ενός κράτους εκδίδει ένα πτυχίο που πιστοποιεί σπουδές που έλαβαν χώρα σε ένα άλλο κράτος, θα πρέπει τουλάχιστον οι σπουδές στο άλλο αυτό κράτος να παρασχέθηκαν από κάποιο ίδρυμα που κατά τη νομοθεσία του κράτους αυτού να είναι εκπαιδευτικό.
Όλοι πρέπει να συμφωνήσουμε ότι πρέπει να υπάρχει μια στοιχειώδης τάξη στα θέματα παιδείας, όπως άλλωστε και σε άλλα θέματα. Αν αυτή η τάξη είναι απαραίτητη στο πλαίσιο ενός κράτους είναι ακόμη περισσότερο αναγκαία σε μια διεθνική αγορά 450 εκατομμυρίων. Αυτή η τάξη είναι αναγκαία και για τους πτυχιούχους, έτσι ώστε να αποφευχθεί ο εκφυλισμός των πτυχίων τους, αλλά και για τους πολίτες για να έχουν μία ελάχιστη εγγύηση στην ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών.
Μερικοί βέβαια λένε ότι δεν χρειάζονται ιδιαίτερες εγγυήσεις από το κράτος γιατί η αγορά κάνει την σωστή επιλογή. Προσθέτουν μάλιστα, ότι και σήμερα τα πτυχία των διάφορων πανεπιστημίων δεν έχουν την ίδια βαρύτητα. Το επιχείρημα αυτό ακαίρως τίθεται, γιατί με την τροπολογία μου δεν αναζητείται η αναγνώριση των καλύτερων πτυχίων αλλά η ελάχιστη εγγύηση για ένα στοιχειώδες επίπεδο σπουδών.
Προβάλλουν ακόμα ορισμένοι το επιχείρημα ότι δεν ενδιαφέρει σε ποιο ίδρυμα γίνονται οι σπουδές από τη στιγμή που ένα αναγνωρισμένο Πανεπιστήμιο πιστοποιεί με το κύρος του το σύνολο των σπουδών. Αποσιωπούν όμως με το επιχείρημα αυτό το γεγονός ότι από τη στιγμή που ένα ξένο Πανεπιστήμιο πιστοποιεί σπουδές που γίνονται σε άλλη χώρα με οικονομικά ανταλλάγματα, υπάρχει ο κίνδυνος να καταστεί κυρίαρχο στοιχείο η αύξηση των εσόδων από αυτά τα ανταλλάγματα.
Και αν ακόμα υποτεθεί ότι ένα τέτοιο Πανεπιστήμιο ενδιαφέρεται να διαφυλάξει το κύρος του, δεν αισθάνεται ότι αυτό μειώνεται στη χώρα του, γιατί τα πτυχία τα εκδίδει για αλλοδαπούς που συνήθως θα εργαστούν στη χώρα προέλευσής τους. Μόνο ένα μικρό μέρος ενδεχομένως θα αξιοποιήσει το πτυχίο στη χώρα όπου το Πανεπιστήμιο εξέδωσε το πτυχίο. Και αυτό βέβαια ισχύει για τις χώρες όπως η Μεγάλη Βρετανία. Δε νομίζω να κατακλείσουν οι Έλληνες επαγγελματίες τις βαλτικές χώρες.
Ενάντια στη δική μου τροπολογία ο συνάδελφος κ. Χατζηδάκης κατέθεσε τη δική του αντίθετη τροπολογία με την οποία ουσιαστικά δεν επιδιώκει μόνο την αναγνώριση πτυχίων από ιδιωτικά Πανεπιστήμια, όπως λαθεμένα δίνει την εντύπωση, αλλά πηγαίνει ακόμη πιο μακριά. Με την τροπολογία του αρνείται και το ελάχιστο τουλάχιστο όριο εγγύησης που είναι η ύπαρξη αναγνωρισμένου εκπαιδευτικού ιδρύματος από ένα φορέα που θέλει να προσφέρει μεταλυκειακή εκπαίδευση. Με άλλα λόγια θεωρεί ότι οποιαδήποτε επιχείρηση που προσφέρεται για μεταλυκειακή εκπαίδευση μπορεί να συμβάλλει στην παραγωγή πτυχίων χωρίς εγγυήσεις για το ποιος διδάσκει, για τι διδάσκει και για το πώς γίνεται ο έλεγχος των σπουδών. Με τον τρόπο αυτό δεν ανοίγει απλώς η τριτοβάθμια εκπαίδευση στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, δεν κάνει μόνο ένα άνοιγμα στην αγορά, αλλά παραδίδει την παιδεία στην ασυδοσία της αγοράς. Η παιδεία δεν γίνεται έτσι μόνο ένα βιομηχανικό προϊόν, αλλά ένα προϊόν χωρίς προδιαγραφές. Το θέμα από καθαρά εκπαιδευτικό γίνεται και ιδεολογικό.
Κατανοώ ότι πρέπει να δούμε το μέλλον χωρίς τις αγκυλώσεις του παρελθόντος. Δέχομαι και εγώ ότι νέες μορφές μαθητείας ανοίγονται, νέοι τύποι συνεργασίας επιβάλλονται που η κοινωνία πρέπει να τις αξιοποιήσει αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η παιδεία θα πρέπει να προσφέρεται από οποιονδήποτε χωρίς εγγυήσεις για ελάχιστες προδιαγραφές γιατί τότε πέρα των άλλων θα μπορούμε να βρεθούμε και προ των εκπλήξεων, να έχουμε πτυχία για σπουδές που δεν έγιναν ή που έγιναν με άλλο περιεχόμενο.