Άρθρο του ευρωβουλευτή Ιωάννη Κουκιάδη,
αντιπροέδρου της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς

Βρυξέλλες, 12 Ιουνίου 2003

Η ελληνική προεδρία διαιτητής στην πολιτική διαμάχη
ανάμεσα στο κοινοτικό και διακυβερνητικό μοντέλο

Σύνοδος Κορυφής Θεσσαλονίκης και η κρίσιμη απόφαση για μια Ευρώπη με πολιτικές φιλοδοξίες

Στη Θεσσαλονίκη η κρίσιμη απόφαση για το πολιτικό μέλλον της Ευρώπης

Θεσσαλονίκη το επίκεντρο των εξελίξεων για το πολιτικό μέλλον της Ευρώπης

Η Θεσσαλονίκη ζει ίσως μια από τις πιο ιστορικές της στιγμές. Ποτέ άλλοτε δεν υπήρξε η έδρα για τη συγκέντρωση τόσο πολλών πολιτικών ηγετών για τόσο σημαντικές πολιτικές αποφάσεις. Η πρόκριση από την κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης για την ιστορική σύνοδο κορυφής του Ιουνίου αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη πολιτική επένδυση για την πόλη.
Η ημερησία διάταξη της Συνόδου περιέχει πολλά σημαντικά θέματα με ενδιαφέρον για το πλατύ κοινό, όπως οι αποφάσεις για τη μελλοντική πολιτική απασχόλησης και για τη μετανάστευση. Οι νέοι προσανατολισμοί και οι νέες προτεραιότητες που θα αποφασιστούν για την απασχόληση πρακτικά θα αποτελέσουν τον οδηγό για όλα τα μέτρα που θα κληθούν να πάρουν οι εθνικές κυβερνήσεις τα προσεχή χρόνια. ο δρόμος για τις οριστικές αποφάσεις περνάει μέσα από έναν ευρύ συμβιβασμό ανάμεσα στους νεοφιλελεύθερους και τους νεοσοσιαλιστές, που όπως, όμως, έδειξε και η πρόσφατη συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ), δεν είναι καθόλου εύκολος.
Η κορυφαία, όμως, στιγμή της Συνόδου θα είναι οι αποφάσεις για το μελλοντικό Σύνταγμα της Ευρώπης. Από αυτές θα κριθεί αν από την Ευρώπη της ενιαίας αγοράς θα προσεγγίσουμε το όραμα της πολιτικής Ευρώπης, που το ονειρεύονταν όλες οι παλαιότερες γενιές. Η ουτοπία του παρελθόντος είναι η πραγματικότητα του σήμερα στη Θεσσαλονίκη.
Οι αναγνώστες θα πρέπει να γνωρίζουν ότι το πολιτικό μέλλον της Ευρώπης δεν είναι θέμα που αφορά τους ολίγους, γιατί συνδέεται με το νέο τρόπο με τον οποίο θα ασκείται η πολιτική εξουσία στα κράτη μέλη και με τη θωράκισή τους για να μην καταστούν δορυφόροι εξωευρωπαϊκών δυνάμεων.
Οι έντονες διαμάχες για το εάν ο πρόεδρος της Επιτροπής θα εκλέγεται από το ΕΚ ή αν θα ορίζεται από το Συμβούλιο, εάν το ΕΚ θα είναι πλήρες νομοθετικό σώμα για το σύνολο του νομοθετικού έργου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν η πραγματική εξουσία θα περάσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή θα την κρατήσουν οι κυβερνήσεις, αν οι αποφάσεις θα λαμβάνονται με πλειοψηφία ή με ομοφωνία έχουν όλες σχεδόν την ίδια αφετηρία, που είναι η πολιτική διαμάχη ανάμεσα στο κοινοτικό μοντέλο και το διακυβερνητικό.
Η Μεγάλη Βρετανία υπεραμύνεται το διακυβερνητικό, γιατί όπως έγραψαν και οι Τάιμς, δεν έκανε τόσους πολέμους για να γίνει επαρχία της Ευρώπης. Η Γαλλία και η Γερμανία συγκλίνουν για ένα ενισχυμένο κοινοτικό μοντέλο, γιατί γνωρίζουν ότι μόνο με την ενίσχυσή του θα αποφύγουν τον κίνδυνο να γίνουν επαρχία των ΗΠΑ. Πίσω από τους δύο αυτούς πόλους συσπειρώνονται οι άλλες χώρες με την πρόσθετη έγνοια να διατηρηθεί η ισορροπία μικρών και μεγάλων κρατών. Η Ελλάδα, χωρίς να κρύβει την προτίμησή της στο κοινοτικό μοντέλο, καλείται να παίξει το ρόλο του διαιτητή. Τα μέχρι τώρα αποτελέσματα δείχνουν ότι το ρόλο αυτό τον ασκεί με αριστοτεχνικό τρόπο.
Κανείς βέβαια δεν περιμένει στη φάση αυτή να γίνει η Ευρώπη μια ομοσπονδία, γιατί κανένα κράτος δε θέλει να εγκαταλείψει πλήρως την κυριαρχία του. Αυτό που επιδιώκεται με το κοινοτικό μοντέλο είναι η περισσότερη διαφάνεια στις αποφάσεις, με μεγαλύτερη δημοκρατική νομιμοποίηση και αναγνώριση στην Ευρωπαϊκή Ένωση της αρμοδιότητας να αποφασίζει για όσο το δυνατόν περισσότερα θέματα, όταν οι αποφάσεις σε κοινοτικό επίπεδο μπορούν να οδηγήσουν σε περισσότερο αποτελεσματικές λύσεις.
Η πορεία για την οικονομική ανάπτυξη, η μάχη για το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, η διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, η προστασία του περιβάλλοντος, η καταπολέμηση του εγκλήματος, η προστασία του καταναλωτή σε μια ενιαία αγορά και άλλα πολλά κοινωνικά θέματα έχουν πλέον διασυνοριακή διάσταση και μόνο με το κοινοτικό μοντέλο μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά.
Οι διακυβερνητικοί επιμένουν στην αρχή της ομοφωνίας με το επιχείρημα ότι έτσι κάθε κράτος διασφαλίζει το εθνικό συμφέρον. Οι κοινοτικοί αντιλέγουν ότι με την ομοφωνία απλώς δεν πρόκειται να πάρουμε ποτέ αποφάσεις για τα κοινά μας συμφέροντα. Εξάλλου, οι χιλιάδες διαδηλωτές από διάφορες χώρες με τα ετερόκλητα αιτήματα έχουν ένα κοινό στοιχείο σύνδεσης, που είναι η υπερεθνική αντιμετώπιση των προκλήσεων της νέας οικονομίας. Το κίνημά τους δεν είναι κίνημα αντιπαγκοσμιοποίησης, όπως συνήθως λέγεται, αλλά νέου τύπου παγκοσμιοποίησης. Από την άποψη αυτή δείχνουν το δρόμο προς το κοινοτικό μοντέλο με την αυτονόητη προϋπόθεση ότι θα περικλείει και την κοινωνική Ευρώπη, που κι αυτό είναι μέρος των αποφάσεων που θα ληφθούν στη Θεσσαλονίκη για το Σύνταγμα της Ευρώπης.