Συνέντευξη του ευρωβουλευτή του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και αντιπροέδρου της επιτροπής νομικών θεμάτων και εσωτερικής αγοράς καθηγητή Ιωάννη Δ. Κουκιάδη, στην εφημερίδα "Θεσσαλονίκη" και τη δημοσιογράφο κυρία Μαρούλα Πλήκα.
Ημερομηνία δημοσίευσης, 14.04.2003
1) Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα δύσκολη καμπή. Η ενότητά της, με αφορμή στον πόλεμο στο Ιράκ, δοκιμάσθηκε και δοκιμάζεται, ενώ οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ είναι οι χειρότερες δυνατές των τελευταίων χρόνων. Πόσο εύκολο είναι να κλείσει το ρήγμα που δημιουργήθηκε στις ευρωατλαντικές σχέσεις, με δεδομένο ότι οι απόψεις Ε.Ε. και ΗΠΑ δεν φαίνεται -μέχρι στιγμής τουλάχιστον- να συμπίπτουν σχετικά με τη διαχείριση αυτού που λέμε "επόμενης ημέρας" του πολέμου;
Η κρίση στο Ιράκ βρήκε την Ευρώπη στο μέσο του δρόμου για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Οι χώρες που ακολούθησαν την γραμμή των ΗΠΑ αντί να συνδράμουν στην ισχυροποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης εγκλωβίστηκαν στο κενό που υπάρχει από την έλλειψη κοινής πειστικής πολιτικής και υποτάχθηκαν στο σύνδρομο της καθαρά εθνικής πολιτικής. Ακόμη και αν δεν ήταν στις προθέσεις τους η αποδυνάμωση της Ευρώπης, η πολιτική τους οδήγησε στην μεγάλη δοκιμασία της ευρωπαϊκής προοπτικής. Το χαρακτηριστικό χτύπημα προήλθε από τέσσερις πράξεις. Υποτάχθηκαν χωρίς όρους στη βούληση ενός μη ευρωπαίου ηγέτη, ορισμένες συμμετείχαν σε ένα πολεμικό συμβούλιο αχρηστεύοντας τα κείμενα της συνόδου κορυφής, υποβάθμισαν ταυτόχρονα με τον τρόπο αυτό τη σχέση τους με τους υπόλοιπους ευρωπαίους εταίρους και αδιαφόρησαν στο ότι με τη στάση τους προωθούσαν τη διεξαγωγή ενός παράνομου πολέμου, που από κεκαλυμμένος πόλεμος πολιτισμών έγινε φανερός πόλεμος μεταξύ θεών. Εν κατακλείδι, πλήγωσαν το ευρωπαϊκό όραμα θέτοντας υπό αμφισβήτηση τη συνοχή της Ευρώπης και εγκαταλείποντας την αρχή της νομιμότητας που είναι το μεγάλο κεκτημένο της.
Παράλληλα η κρίση του Ιράκ έδειξε το ξεπερασμένο του μεταπολεμικού μοντέλου των σχέσεων Ευρώπης και ΗΠΑ. Έτσι, προήλθε το ρήγμα στις ευρωατλαντικές σχέσεις οι οποίες είχαν σχεδιαστεί με βάση το σκηνικό του ψυχρού πολέμου, ενώ οι ΗΠΑ προωθούν τώρα την πολιτική του θερμού πολέμου. Υπενθυμίζω ότι η Βορειοατλαντική συμμαχία αποτελούσε έναν αμυντικό οργανισμό. Έτσι και αλλιώς μια μέρα το θέμα της επανεξέτασης των σχέσεων αυτών θα ετίθετο. Αυτό που βιώνουμε σήμερα δεν είναι μόνο η επανεξέταση αυτών των σχέσεων αλλά κυρίως η βίαια επιβολή της, που προήλθε από τη νέα στρατηγική ασφάλειας (National Security Strategy) που υιοθέτησαν οι ΗΠΑ μετά τις 11 Σεπτεμβρίου 2001, χωρίς συνεννόηση με κανέναν από τους συμμάχους. Αυτή πρακτικά καθιστά αποκλειστικό κριτή των ευρωατλαντικών συμφερόντων τις ΗΠΑ και κυρίαρχο μέσο επίλυσης των διαφορών τη βία. Τι νόημα έχουν μετά από αυτό οι συμμαχίες;
Για να γίνει αντιληπτό το πρόβλημα της διαχείρισης της επόμενης ημέρας του πολέμου, πρέπει στη βάση της σκέψης μας να έχουμε τα παραπάνω νέα δεδομένα. Συγχρόνως πρέπει να θέσουμε το ερώτημα, στο αν η Ευρώπη θέλει να αποκτήσει το ρόλο πολιτικής δυνάμεως ή προτιμά να περιοριστεί στη θέση απλού δορυφόρου εγκαταλείποντας οριστικά τις τύχες της στις ΗΠΑ. Η κρίση έδειξε ότι η Ευρώπη των λαών υπάρχει και ότι ποτέ άλλοτε η Ευρώπη δεν ήταν τόσο ώριμη για να μετατρέψει την Ευρώπη της αγοράς σε πολιτική Ευρώπη.
Άμεση προτεραιότητα αποκτά η διαμόρφωση δικής της πολιτικής για την επόμενη μέρα του πολέμου. Αυτή όπως φαίνεται από τη μέχρι σήμερα κυριαρχούσα τάση στο ΕΚ, αλλά και στην Επιτροπή, θα έχει ως ελάχιστο παρονομαστή τη μεγαλύτερη δυνατή νομιμοποίηση του συνόλου των αποφάσεων από το Συμβούλιο ασφαλείας του ΟΗΕ, την αναγκαία εμπλοκή του ιδίου του Ιράκ στο σύνολο των αποφάσεων, τη διασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας του Ιράκ, την πρόσκληση για συνεργασία των γειτονικών χωρών. Το χρέος για παράδειγμα του Ιράκ από 100 δις δολάρια και επάνω ή η ιδιωτικοποίηση του δημοσίου του πλούτου που θα ακολουθήσει δεν μπορεί να διευθετηθούν από τις δυνάμεις κατοχής ή με μονομερή τρόπο επιβολής συμβολαίων. Ο ρόλος των ΗΠΑ δεν αμφισβητείται, αλλά πρέπει να οριοθετηθεί. Για να είναι όμως όλα αυτά αποτελεσματικά χρειαζόμαστε τη συνδρομή του αμερικανικού λαού και γιαυτό πρέπει να εργαστούμε προς την κατεύθυνση αυτή.
Στη συνέχεια καλείται η Ευρώπη να προχωρήσει σε μια συνολική πρόταση για την παγκόσμια διακυβέρνηση. Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας έχει ως αναγκαίο σύστοιχο την παγκοσμιοποίηση της πολιτικής, που εξ ορισμού πρέπει να έχει πολυεδρική βάση. Είναι περίεργο πώς οι ιεροφάντες της παγκοσμιοποίησης, οι ΗΠΑ, αρνούνται αυτή την αυτονόητη συνέπεια και επεξεργάζονται μια πολιτική της μονομερούς επιβολής, στην πολιτική του ενός. Προφανώς οι ΗΠΑ δεν ενδιαφέρονται για την νέα παγκόσμια κοινωνία, αλλά για την αμερικανοποίηση της παγκοσμιοποίησης. Κάτι που δεν μπορεί να γίνει δεκτό από την Ευρώπη αν θέλει να παίξει έναν ηγεμονικό ρόλο στα παγκόσμια πράγματα. Με τα δεδομένα αυτά, και το κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης θα πρέπει να αλλάξει στόχο. Σε κάθε περίπτωση το κλείσιμο του ρήγματος στις ευρωατλαντικές σχέσεις έχει μακρύ δρόμο.
2) Τις επόμενες ημέρες στην Αθήνα θα υπογραφεί η είσοδος των 10 νέων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όλα δείχνουν ότι η Κύπρος τελικά θα μπει στην Ένωση μη έχοντας λύσει το πολιτικό της πρόβλημα. Βλέπετε λύση του Κυπριακού στο άμεσο μέλλον;
Η 16η Απριλίου 2003 αποτελεί κορυφαία στιγμή στην ευρωπαϊκή ιστορία και θα παραμείνει ως σύμβολο της συμφιλίωσης των λαών της Ευρώπης, που επί 1000 και πλέον έτη δοκιμάστηκαν από τη μόνιμη πολιτική των κρατών της για ηγεμονία των μεν επί των δε. Η μεγάλη Ευρώπη που εγκαινιάζεται στις 16 Απριλίου σηματοδοτεί την ένωση της ηπείρου της Ευρώπης, και για αυτό η διεύρυνση αυτή ξεχωρίζει από τις υπόλοιπες, επαναβεβαιώνει το όραμα της Ευρώπης για ειρηνική διαχείριση της παγκοσμιοποίησης και δίνει το πρότυπο για την ισότιμη μεταχείριση μικρών και των μεγάλων κρατών.
Η ένταξη της Κύπρου που αποτελεί ένα από τα μικρότερα υπό ένταξη κράτη απηχεί ακριβώς αυτό το μήνυμα της ΕΕ. Συγχρόνως, η ενσωμάτωση της στο κοινό ευρωπαϊκό σπίτι δίνει το στίγμα, ότι η ειρηνική επίλυση του πολιτικού της προβλήματος είναι όχι μόνο επιθυμητή αλλά και δυνατή, μια πολιτική στην οποία επενδύει εδώ και χρόνια η ΕΕ. Εκείνο που δεν κατανοήθηκε από τον Ντενκτάς είναι ότι η επίλυση του πολιτικού προβλήματος δεν μπορεί να γίνει με όρους του παρελθόντος και ότι και η ένταξη στην ΕΕ επιβάλλει διακανονισμό που να είναι σύμφωνος με τις αρχές της, ανάμεσα στις οποίες είναι και το ενιαίο της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Όπως σωστά αναφέρεται και στην έκθεση Πόος, το σημερινό status quo δεν ικανοποιεί καμία από τις δύο πλευρές. Η επιθυμία για ειρήνη και η επανένωση που διείδε ο Κόφι Ανάν στα μάτια των Κυπρίων, θα υπερισχύσει σύμφωνα με το πρόσφατο ψήφισμα του ευρωκοινοβουλίου έναντι αυτών που τους στέρησαν την επιθυμία να αποφασίζουν για το ίδιο τους το μέλλον. Με λίγα λόγια τώρα ανοίγει πραγματικά ο δρόμος για τη λύση του πολιτικού προβλήματος στην Κύπρο. Προκειμένου να διευκολυνθεί αυτό, η Ευρώπη εξετάζει μέτρα που θα εφαρμοστούν σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων και που θα έχουν σκοπό την ενθάρρυνση της ανάπτυξης στο βόρειο τμήμα της νήσου.
3) Γνωρίζοντας τη στάση των περισσοτέρων εκ των νεοεισελθέντων κρατών στην κρίση του Ιράκ, πιστεύετε ότι αυτή η γενναία διεύρυνση θα ισχυροποιήσει τη διεθνή θέση της Ευρώπης ως ενός αυτόνομου πόλου ή θα την κάνει πιο φιλοαμερικανική δύναμη;
Το σπόρο της διαίρεσης της Ευρώπης τον έριξε ο ίδιος ο Υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ με την περίφημη διάκρισή της σε γηραιά και νέα, που θέλει να αντικαταστήσει την παλαιά διαίρεση της σε ανατολική και δυτική. Το εγχείρημα της μεγάλης διεύρυνσης αποτελεί την έκφραση άρνησης αυτής της διαίρεσης. Πολλοί φοβούνται ότι ορισμένες από τις υπό ένταξη χώρες με άτυπο καθοδηγητή την Μ. Βρετανία θα αποτελέσουν τον δούρειο ίππο των αμερικανικών συμφερόντων στην ΕΕ. Η απάντηση που δίδεται είναι ότι η οποιαδήποτε μέχρι σήμερα προτιμησιακή τους σχέση με τις ΗΠΑ οφείλεται στο γεγονός ότι από τη μια μεριά οι ΗΠΑ, έχοντας ένα συμπαγές σύστημα πολιτικής, δημιουργούν το αίσθημα ασφαλείας, ενώ από την άλλη δεν υπήρχε συνεκτική ευρωπαϊκή πολιτική με σαφή ορίζοντα. Η ένταξη όμως των νέων χωρών στην ΕΕ θα αναδείξει την αλληλεξάρτηση των οικονομικών τους συμφερόντων που από μόνη της οδηγεί σε κοινές πολιτικές. Η πολιτική εκπέμπεται με διάφορες ιδεολογίες, στηρίζεται όμως στην κοινότητα συμφερόντων. Το κοινό συμφέρον της Ευρώπης είναι η από κοινού συμπόρευση των λαών της. Αλλιώς, δεν υπάρχει λόγος στο να παραμείνει κάποιο κράτος ως μέλος της ΕΕ.
4) Όλες οι πολιτικές δυνάμεις στη χώρα μας, με εξαίρεση το ΚΚΕ, τονίζουν σήμερα
την ανάγκη η Ευρωπαϊκή Ένωση να προχωρήσει άμεσα στο κτίσιμο του δεύτερου πυλώνα
της, την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Άμυνας, ακόμη και με το μοντέλο
της ενισχυμένης συνεργασίας. Νομίζετε ότι οι εταίροι θα έχουν το πολιτικό θάρρος
και την βούληση να προχωρήσουν σε αυτόν τον πυλώνα και μπορείτε να μας διαφωτίσετε
για το αν αυτή η συζήτηση έχει ανοίξει και στο ευρωκοινοβούλιο;
Η συζήτηση στο ΕΚ για το μέλλον της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής άμυνας έχει αναζωπυρωθεί μετά την κρίση του Ιράκ. Το πιο ενδιαφέρον όμως είναι ότι πήρε και μια νέα τροπή στη Συντακτική Συνέλευση που ετοιμάζει το Σύνταγμα της Ευρώπης και από την οποία περιμένουμε να την ενσωματώσει σε συγκεκριμένους θεσμούς. Τέτοιοι θεσμοί που αποτελούν ελάχιστο παρονομαστή για μια κοινή εξωτερική πολιτική είναι κατά μια πολλάκις εκφρασθείσα άποψη στα όργανα της ΕΕ, η πρόβλεψη ενός ενιαίου εκπροσώπου των εξωτερικών σχέσεων της Ευρώπης, οιονεί Υπουργού Εξωτερικών, του περίφημου Υπουργού με δύο καπέλα, η υιοθέτηση του κανόνα της ειδικής πλειοψηφίας για αποφάσεις εξωτερικής πολιτικής, με αυξημένο όμως το ρόλο του ΕΚ και η ενιαία κατά το δυνατόν εκπροσώπηση της ΕΕ στους διεθνείς οργανισμούς.
Για να αποφεύγονται οι παρανοήσεις όταν λέμε κοινή εξωτερική πολιτική εννοούμε μια συνολική εξωτερική πολιτική γιατί επιμέρους κοινές εξωτερικές πολιτικές, όπως η πολιτική στο εμπόριο ή στο περιβάλλον ήδη υπάρχουν και λειτουργούν αποτελεσματικά. Κάτι τέτοιο δεν αρκεί.
Χρειαζόμαστε λοιπόν μια συνολική κοινή εξωτερική πολιτική που θα συνδυάζεται με μια κοινή πολιτική άμυνας, τη λεγόμενη ευρωζώνη άμυνας, και θα στηρίζεται σε μια ρήτρα στρατιωτικής αλληλεγγύης, όπου η ομοφωνία θα περιορίζεται μόνο στο θέμα της επιχειρησιακής χρησιμοποίησης των ενόπλων δυνάμεων. Θα προσθέσω δε ότι χωρίς μια τέτοια κοινή πολιτική η ΟΝΕ δεν θα μπορέσει να επιβιώσει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Όμως, καμία μεταρρύθμιση και κανένας θεσμός δεν είναι ικανά να προωθήσουν κοινή εξωτερική πολιτική, αν δεν υπάρχει ανεπιφύλακτη βούληση των λαών για την κοινοτικοποίησή της και πάντως αυτή δεν μπορεί να εκδηλώνεται ευκαιριακά.
5) Η Βρετανία όχι μόνο σήμερα, αλλά γενικότερα φέρεται ωσάν να μην θέλει την εμβάθυνση της Ένωσης. Δεν συμμετέχει στην ΟΝΕ, διατηρεί προνομιακές σχέσεις με τις ΗΠΑ κλπ. Πόσο πιθανό είναι να συμμετέχει στην ΚΕΠΑ;
Σε όλη την ιστορία της ευρωπαϊκής ηπείρου η Μ. Βρετανία υπήρξε μια ιδιαίτερη περίπτωση. Τα μεγάλα συμφέροντα τους ήταν εκτός Ευρώπης για αυτό και δεν επεδίωξε ποτέ την ηγεμονία της Ευρώπης. Η βασική της πολιτική ήταν προσανατολισμένη στο να διαιτητεύει ώστε να μην αποκτήσει την ηγεμονία της Ευρώπης καμία ευρωπαϊκή δύναμη. Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση της θέτει ένα σημαντικό δίλημμα. Ή η Μ. Βρετανία θα εγκαταλείψει μια πολιτική αιώνων και θα συμπορευτεί με το ευρωπαϊκό όραμα ή θα ακολουθήσει το μονήρη δρόμο της παλαιάς αυτοκρατορικής δύναμης που με τα σημερινά δεδομένα τη ρίχνει χωρίς όρους στις αγκάλες των ΗΠΑ. Η απάντηση στο δίλημμα αυτό δεν είναι εύκολη για τους Βρετανούς εξ' ου και οι παλινδρομήσεις τους σε σχέση με τα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα. Προσωπικά πιστεύω ότι τα μακροχρόνια πολιτικά της συμφέροντα θα την οδηγήσουν να συμπορευτεί με την ΕΕ. Βέβαια και η ΕΕ έχει απόλυτη ανάγκη από τη συμμετοχή της.
6)Πως αποτιμά μέχρι στιγμής το Ευρωκοινοβούλιο την ελληνική Προεδρία της Ε.Ε;
Η ελληνική προεδρία παρά τον τυφώνα μέσα στον οποίο πορεύεται εντυπωσίασε μέχρι σήμερα για το άψογο της οργανωτικής προετοιμασίας, την πολιτική ωριμότητα στους επιμέρους χειρισμούς και ακόμη για την αποτελεσματικότητά της. Δεν είναι τυχαίο ότι της επιδαψίλευσαν τα πλέον θερμά συγχαρητήρια εκπρόσωποι όλων των συγκρουόμενων τάσεων, όπως ο Σιράκ και ο Μπλερ. Της αναγνωρίζουν ότι με τους ψύχραιμους χειρισμούς απέτρεψε μια μείζονα κρίση και βοήθησε την ΕΕ παρά το δυσμενές κλίμα να προωθήσει τα εσωτερικά της θέματα. Ιδιαίτερα η επανενεργοποίηση της διαδικασίας της Λισσαβόνας αποτελεί τη μεγάλη προσφορά της ελληνικής προεδρίας για τους χαμηλόμισθους, τους ανέργους, τους αποκλεισμένους και τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας, δηλαδή τη νεολαία. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο ΕΚ, εκπρόσωποι όλων των πολιτικών παρατάξεων αναγνώρισαν ανεπιφύλακτα το μέχρι σήμερα έργο της ελληνικής προεδρίας.
7) Σε περίπου ένα χρόνο θα έχουμε τις ευρωεκλογές. Προβλέπεται ότι η νέα σύνθεση του ευρωκοινοβουλίου θα γέρνει ακόμη πιο δεξιά από ότι σήμερα;
Το ΕΚ αποτελεί τον καθρέφτη των πολιτικών αντιπαραθέσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στο δικό του χώρο, για διάφορους λόγους που δεν μπορούν να εξηγηθούν αυτή τη στιγμή, εξακολουθούν να φαίνονται με σαφήνεια οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στις πολιτικές ομάδες κάτι που στο εσωτερικό των κρατών μελών ενώ είναι υπαρκτό δεν είναι πάντοτε ορατό. Αρκεί να αναφέρω ότι η Σοσιαλιστική ομάδα έχει δώσει σκληρές μάχες με το Λαϊκό Κόμμα, προκειμένου να αποτρέψει την ευελιξία της αγοράς εργασίας από το να γίνει συνώνυμο της ανασφάλειας του εργαζομένου, να διασώσει τον καθολικό χαρακτήρα των υπηρεσιών των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, να καταστήσει ουσιαστική τη βιώσιμη ανάπτυξη, θέτοντας φραγμούς στην χωρίς κανόνες αξιοποίηση του κεφαλαίου. Ακόμα και πιο πρόσφατα, στον πόλεμο του Ιράκ, αυτή σήκωσε μαζί με τους Πράσινους το κύριο βάρος της πολιτικής κατά του πολέμου. Πιστεύω λοιπόν ότι οι ευρωπαίοι πολίτες μετά από μια σύντομη παρένθεση με τις τελευταίες εκλογές, που κατέστησαν το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα πρώτη δύναμη θα επανέλθουν στην παράδοση που ήθελε τη Σοσιαλιστική ομάδα πρώτη δύναμη.
8) Στη χώρα μας το ίδιο διάστημα, ίσως και ταυτόχρονα, θα έχουμε εθνικές εκλογές. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δείχνει να μην ανακτά το χαμένο έδαφος έναντι της ΝΔ. Τι φταίει κατά τη γνώμη σας για την κακή εικόνα της κυβέρνησης και πως μπορεί να αλλάξει;
Από τότε που είναι κυβέρνηση το ΠΑ.ΣΟ.Κ. κάθε φορά στο ενδιάμεσο διάστημα ο λαός στέλνει κριτικά μηνύματα αλλά πάντοτε την τελική μάχη την κέρδιζε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Η πορεία αυτή δεν είναι τυχαία. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. είναι ο κληρονόμος της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης η οποία αποτελεί διαχρονικά την σταθερή πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Αυτό πριν από την μεταπολίτευση δεν ήταν πάντα έκδηλο γιατί οι δημοκρατίες μας ήταν ατελείς. Αφότου λειτούργησε το πολίτευμα μας σωστά οι δημοκρατικές δυνάμεις κυριάρχησαν, έχοντας πάντοτε τον πρώτο λόγο. Και σήμερα, εύκολα μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι η παρούσα κυβέρνηση μπορεί να συνδυάζει με τον καλύτερο τρόπο την οικονομική ανάπτυξη με τις κοινωνικές ευαισθησίες. Το χαρακτηριστικό αυτό αποτελεί και το μυστικό της μακροβιότητας των κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Στην κυβέρνηση δεν παρέμενε με εφ' άπαξ εκλογή αλλά μετά από αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις. Το πιο απλό συμπέρασμα που μπορεί να βγάλει κάποιος από αυτό το δεδομένο είναι ότι υπήρξαν επιτυχείς οι επιλογές των κυβερνήσεών του και ότι έδινε πάντοτε μια προοπτική για μια καλύτερη κοινωνική συνοχή.