Ομιλία του καθηγητή Ιωάννη Κουκιάδη, ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ, αντιπρόεδρου της Επιτροπής Νομικών Υποθέσεων και Εσωτερικής Αγοράς τους Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο πλαίσιο του 2ου Συνεδρίου Διοίκησης και Διεύθυνσης Ανθρωπίνου Κεφαλαίου με τίτλο:

Η πολιτική απασχόλησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Κύπρος
Μια πολιτική για περισσότερες, καλύτερες και βιώσιμες θέσεις

Λευκωσία, 27 Νοεμβρίου 2003

1.1. Στα θέματα απασχόλησης η ΕΕ έχει συντονιστική αρμοδιότητα. Αυτή προσδιορίζεται στον τίτλο "Απασχόληση" της Συνθήκης του Άμστερνταμ και αποτελεί σημαντικό μέρος του κοινοτικού κεκτημένου. Δεν έχει νομοθετική αρμοδιότητα και γι'αυτό, χρησιμοποιείται η ανοιχτή μέθοδος συντονισμού που βασίζεται στο άρθρο 28 της Συνθήκης. Η μέθοδος αυτή υλοποιείται κατά κύριο με τις κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση. Αυτές υιοθετούνται κάθε χρόνο με απόφαση του Συμβουλίου μετά, όμως, από επεξεργασία και συμβουλευτικό ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Οι φετινές γραμμές υιοθετήθηκαν με την απόφαση της 22ης Ιουλίου 2003 με βάση τους τρεις στόχους της Λισσαβόνας. Οι στόχοι αυτοί είναι κατά πρώτο λόγο, η πλήρης απασχόληση, που προσδιορίζεται μέχρι το 2010 σε ποσοστό 70% για τους άντρες και 60% για τις γυναίκες, μια πολιτική όχι μόνο για τους ανέργους, αλλά και για τους αέργους.
Ο δεύτερος στόχος είναι η ποιότητα από κοινού με την παραγωγικότητα της εργασίας, που σημαίνει όχι μόνο περισσότερες θέσεις αλλά και καλύτερες θέσεις. Η έννοια της ποιότητας είναι πολυδιάστατη και βρίσκεται στο επίκεντρο του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου. Οι επιμέρους διαστάσεις της ποιότητας αποτέλεσαν αντικείμενο ειδικής απόφασης της Συνόδου Κορυφής του Λάακεν. Αποτελεί το πλέον νευραλγικό σημείο της πολιτικής ανάπτυξης. Ειδικότερα, η έννοια της ποιότητας εργασίας περιλαμβάνει την εγγενή ποιότητα στην εργασία, τις δεξιότητες με σκοπό την προώθηση εργαζομένων έντασης γνώσης, τη σταδιοδρομία, το περιβάλλον εργασίας, την ισορροπία ανάμεσα σε ευελιξία και ασφάλεια.
Ο τρίτος στόχος αναφέρεται στην κοινωνική συνοχή και αφορά την πολιτική για την καθολική πρόσβαση στην αγορά εργασίας, περιλαμβανομένων και των ευάλωτων ομάδων, την καταπολέμηση των διακρίσεων και τη μείωση των ανισοτήτων ανάμεσα στις περιφέρειες. Το ανεκμετάλλευτο εργατικό δυναμικό στην Ευρώπη των 15 εγγίζει τα 22 εκατομμύρια, ενώ από τα 38 εκατομμύρια ατόμων με αναπηρίες μόνο το 40% με ελαφρές αναπηρίες και το 24% με μεγαλύτερες αναπηρίες απασχολείται.
Πρακτικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση αναφαίνεται το σύνολο των μέτρων και δράσεων που συνθέτουν την ευρωπαϊκή πολιτική για τις εργασιακές σχέσεις, για την κοινωνία της γνώσης και την καταπολέμηση του αποκλεισμού.
1.2. Παράλληλα, θα εκδίδονται συστάσεις για την απασχόληση. Οι συστάσεις καθιστούν δυνατή σύμφωνα με την Ανακοίνωση της Επιτροπής τη διαφοροποιημένη καθοδήγηση της πολιτικής στα κράτη μέλη ανάλογα με την κατάσταση στο καθένα από αυτά και αποτελούν έναν τρόπο εστίασης στην υλοποίηση των στόχων δεδομένου ότι οι κατευθυντήριες γραμμές δίνουν έμφαση περισσότερο στο αποτέλεσμα και λιγότερο στις μεθόδους που θα χρησιμοποιηθούν. Οι συστάσεις αναθεωρούνται σε ετήσια βάση. Ακόμη, καλούνται τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν πλήρως και τους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής μεριμνώντας για τη συνεκτική λειτουργία αμφοτέρων των μέσων.
Σε σχέση με τις υποψήφιες χώρες, η Επιτροπή έχει ως στόχο να χαράσσουν πολιτικές που θα ευθυγραμμίζονται με την ευρωπαϊκή στρατηγική για την απασχόληση και που θα επιτρέψουν στα κράτη να προσαρμόζουν σταδιακά τους αντίστοιχους θεσμούς, έτσι ώστε αμέσως μετά την ένταξη να είναι δυνατή η πλήρης υλοποίηση του τίτλου της Συνθήκης "Απασχόληση".

2.1. Όπως γνωρίζετε, σε ένα πρώτο στάδιο η Επιτροπή μαζί με τις υποψήφιες χώρες ανέλαβαν να αναλύσουν τις σημαντικότερες προκλήσεις για τις πολιτικές απασχόλησης στα Έγγραφα Κοινής Αξιολόγησης (ΕΚΑ). Κάθε χώρα υπέγραφε το αντίστοιχο ΕΚΑ και στη συνέχεια παρακολουθούνταν η υλοποίησή του.
Σε σχέση με την Κύπρο σημαντικότερες παρατηρήσεις είναι οι ακόλουθες. Κατά πρώτον λόγο, παρατηρείται ότι δεν έχουμε στην Κύπρο το πρόβλημα του χαμηλού ποσοστού απασχόλησης, όπως συμβαίνει στις υπόλοιπες χώρες της ΚΑΕ. Η Κύπρος όσον αφορά το ποσοστό απασχόλησης βρίσκεται εγγύτερα στο στόχο της Λισσαβόνας από οποιαδήποτε άλλη χώρα με ποσοστό 67,9%. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό γιατί η περαιτέρω οικονομική μεγέθυνση στο εξής δε θα εξαρτάται μόνο από την αύξηση της παραγωγικότητας, αλλά και από την αύξηση της απασχόλησης, που είναι οι προϋποθέσεις κλειδιά για την πραγματική σύγκλιση των εισοδημάτων στη διευρυμένη ΕΕ. Αυτό είναι το βασικό μήνυμα που στέλνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε όλες τις υπό ένταξη χώρες, που μεταφράζεται στην ανάγκη αύξησης της προσφοράς εργασίας.
Ένα δεύτερο μήνυμα είναι η ανάγκη αναδιάρθρωσης της οικονομίας με έναν από τους κύριους άξονες, που αφορά ιδιαίτερα την Κύπρο, τον προσανατολισμό στον τομέα των υπηρεσιών, όπου οι λοιπές χώρες εκτός από την Κύπρο υστερούν πολύ.
2.2. Τα ειδικότερα θέματα που αντιμετωπίζονται στα ΕΚΑ παρουσιάζουν και αυτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ένα πρώτο θέμα που θίγεται αφορά στην ανάγκη διαμόρφωσης ενός συστήματος μισθών πιο φιλικό προς την απασχόληση. Έτσι δίνεται η παρότρυνση στους κοινωνικούς εταίρους να προσανατολίζουν τις διαπραγματεύσεις για τους μισθούς κατά τέτοιο τρόπο ώστε οι μισθολογικές εξελίξεις να διευκολύνουν τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Αυτό μεταφράζεται στο να είναι ευθυγραμμισμένοι οι μισθοί περισσότερο προς τα προσόντα και το εκπαιδευτικό επίπεδο των εργαζομένων, καθώς και σε συστήματα φόρων και παροχών που να κάνουν πιο ελκυστική την απασχόληση και αποθαρρύνουν την άδηλη ή αδήλωτη εργασία. Με άλλα λόγια, η παρακίνηση των ατόμων να καταλάβουν μια θέση εργασίας πρέπει να έχει προτεραιότητα. Πάντως, για την Κύπρο αναγνωρίζεται ότι η φορολογική μεταρρύθμιση του 2002 που αύξησε το μη φορολογητέο εισόδημα είναι θετικό βήμα.
Σημαντική είναι επίσης η παρατήρηση ότι πρέπει να αυξηθούν οι δαπάνες για την αναβάθμιση των δεξιοτήτων και ότι ενώ η έννοια της δια βίου μάθησης είναι γενικά αποδεκτή, δεν υπάρχουν ακόμη στην Κύπρο οι λειτουργικές στρατηγικές, τα πλαίσια, τα κίνητρα και οι πόροι που ενδείκνυνται. Τα μέτρα για την κατάρτιση καταλαμβάνουν μικρό μέρος σε σχέση με τα μέτρα για την ενίσχυση των ανέργων, συνεπώς πρέπει να γίνει μια μετατόπιση πόρων. Στο σημείο αυτό παρατηρείται ότι η Κύπρος δεν έχει δώσει στοιχεία από τα οποία να φαίνονται τα ποσά που δαπανούνται για τις ενεργητικές πολιτικές.
Όσον αφορά τον εκσυγχρονισμό της αγοράς εργασίας, ένας βασικός στόχος είναι ο συνδυασμός της ευελιξίας με την ασφάλεια και η διαμόρφωση αντίστοιχης κουλτούρας για τον εκσυγχρονισμό των εργασιακών σχέσεων.
Για την Κύπρο, η τελευταία έκθεση παρατηρεί ότι η φορολογική μεταρρύθμιση είναι προς τη σωστή κατεύθυνση για την ενίσχυση της απασχόλησης. Επίσης, θετικές είναι οι κρίσεις για τη μεταρρύθμιση του δευτέρου κύκλου της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που θα επιτρέψει τη διαμόρφωση νέας τάξης επαγγελματιών βασισμένη στη γνώση και προσαρμοσμένη στην ευελιξία της αγοράς. Επικροτείται ακόμη η σταδιακή επέκταση των προσφορών για κατάρτιση από το εθνικό όργανο ανθρωπίνων πόρων στις μικρές επιχειρήσεις και στους ανεξάρτητους εργαζόμενους. Παρατηρείται, όμως, ότι η θέση σε λειτουργία ενός εθνικού συστήματος επαγγελματικών κατηγοριών που θα βοηθήσουν στη δια βίου κατάρτιση είναι στην αρχή.
Επισημαίνεται ότι οι κοινωνικοί εταίροι θα πρέπει να δώσουν βαρύτητα σε νέα ζητήματα στις διαπραγματεύσεις, όπως είναι η προσαρμοστικότητα των επιχειρήσεων και του εργατικού δυναμικού, η εξασφάλιση κατάλληλης ισορροπίας μεταξύ ευελιξίας και ασφάλειας, η προώθηση των ίσων ευκαιριών με στόχο την ενθάρρυνση των υπηρεσιών υποδοχής, την ενθάρρυνση μορφών απασχόλησης φιλικών στην οικογενειακή ζωή και τη διεύρυνση του τομέα της κατάρτισης σε ευάλωτες ομάδες. Σε επίπεδο κυβερνητικό δίνεται η έμφαση στην ανάγκη ενίσχυσης της ικανότητας σχεδιασμού συνδυασμένων πολιτικών, με άλλα λόγια ενσωμάτωση της πολιτικής απασχόλησης στους διάφορους επιμέρους τομείς της πολιτικής, το λεγόμενο mainstreaming.

3. Τέλος, καλούνται οι υπό ένταξη χώρες να ξεκινήσουν τις εργασίες για τα εθνικά σχέδια δράσης τα οποία θα υποβάλλουν τον Οκτώβριο του 2004. Από την άποψη αυτή χρειάζεται ειδική μελέτη από όλους σας των κατευθυντηρίων γραμμών. Με τη μελέτη αυτή θα γίνουν πιο εύληπτα τα όσα αναφέραμε πιο πάνω. Αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές περιλαμβάνουν δράσεις με απόλυτες προτεραιότητες για την ευόδωση των τριών στόχων που αναφέραμε πιο πάνω (περισσότερες θέσεις, καλύτερες θέσεις, συνοχή). Τέτοιες δράσεις με τις αναγκαίες συνέργιες είναι:
α) προληπτικά μέτρα για τους ανέργους και αέργους, όπως είναι ο έγκαιρος προσδιορισμός των αναγκών της αγοράς και τα εξατομικευμένα μέσα αντιμετώπισης του ανέργου με βάση την αρχή η κατάλληλη προσφορά στο κατάλληλο άτομο την κατάλληλη στιγμή. Παράλληλα προβλέπεται η υποχρέωση των κρατών να δώσουν την ευκαιρία σε κάθε άνεργο για νέα αρχή μετά την πάροδο 6 μηνών για τους νέους και 12 μηνών για ενήλικους.
β) η ενίσχυση του επιχειρηματικού πνεύματος, που υλοποιείται με την προώθηση των καινοτομιών και την εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται στο Χάρτη για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
γ) η προώθηση της προσαρμοστικότητας και κινητικότητας στην αγορά εργασίας, με την ενθάρρυνση των αλλαγών, την προώθηση της ευελιξίας, σε ισορροπία όμως με την ασφάλεια, την άρση των υπερβολικά περιοριστικών ρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, την αποδοχή της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και την ενθάρρυνση της κινητικότητας. Σε κάθε περίπτωση υπενθυμίζεται ότι τον πρώτο λόγο πρέπει να έχει ο διάλογος.
Ακόμη, κεντρικό σημείο για την προσαρμοστικότητα ορίζεται η προώθηση της δια βίου μάθησης για την αντιμετώπιση της συνεχούς διάβρωσης των δεξιοτήτων. Η κοινωνία της γνώσης που αποτελεί τη μεγάλη ελπίδα για ένα νέο άλμα ανάπτυξης αποτελεί χωρίς την εξασφάλιση της καθολικής πρόσβασης τη νέα μεγάλη πηγή αποκλεισμού. Για αυτούς τους λόγους, η προώθηση της δια βίου μάθησης επιδιώκεται με δράσεις που θα διευκολύνουν την ανανέωση της κατάρτισης για όλον τον ενεργό πληθυσμό και θα μειώνουν την αναντιστοιχία δεξιοτήτων και στενώσεων της αγοράς. Θεωρείται ως ένας επιτυχής στόχος η συμμετοχή τουλάχιστον 12,5% του ενεργού ενηλίκου πληθυσμού.
δ) η παράταση του επαγγελματικού βίου, με μέτρα, όπως κατάργηση πρόωρης συνταξιοδότησης, ενθάρρυνση εργοδοτών για απασχόληση ηλικιωμένων, δημιουργία ελκυστικότερων θέσεων εργασίας για αυτές τις ηλικίες. Στόχος εδώ είναι να επιτύχουμε ποσοστό απασχόλησης 50% για τους ηλικιωμένους 55 έως 64 ετών και ακόμη αύξηση κατά 5 έτη της μέσης ηλικίας συνταξιοδότησης.
ε) ο περιορισμός της άδηλης εργασίας που η ολοένα περισσότερο επέκτασή της υπονομεύει το επίσημο σύστημα παραγωγής και το οικοδόμημα του κοινωνικού ευρωπαϊκού μοντέλου. Η Επιτροπή θέλει να ευελπιστεί ότι ο περιορισμός θα επιτευχθεί με συνδυασμό μέτρων ελέγχου της αγοράς όπως βελτίωση της ικανότητας επιβολής του νόμου και εφαρμογή κυρώσεων και αντικινήτρων για άδηλη εργασία.
στ) καταπολέμηση των διακρίσεων. Σχετικές είναι οι δύο οδηγίες που υιοθέτησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Οδηγία 2000/78/ΕΚ για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και στην εργασία και η Οδηγία 2000/43 περί της εφαρμογής της αρχής ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής (φύλου, γενετήσιου προσανατολισμού, ηλικίας).

4. Κεντρικό σημείο αναφοράς για την υλοποίηση όλων των μέτρων της πολιτικής απασχόλησης, καθώς και των λοιπών πολιτικών για τις εργασιακές σχέσεις, είναι η ενίσχυση της συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων με την προώθηση των κάθε μορφής εκδηλώσεων που συνιστούν τον κοινωνικό διάλογο, όπως ενίσχυση της πληροφόρησης, των διαβουλεύσεων, των συμπράξεων, των διαπραγματεύσεων.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης τον Ιούνιο του 2002 προέτρεψε τους κοινωνικούς εταίρους να θέσουν τις στρατηγικές τους, οι οποίες θα εφαρμόζονται σε διάφορα επίπεδα από το ευρωπαϊκό μέχρι το τοπικό και σε διάφορους τομείς στην υπηρεσία της στρατηγικής και των στόχων της Λισσαβόνας. Για να κάνει πιο αισθητή αυτήν την προτροπή ζήτησε από τους κοινωνικούς εταίρους να καταρτίζουν ετησίως έκθεση των προσπαθειών τους όσον αφορά τα προγράμματα για την απασχόληση και μέσω των ευρωπαϊκών εκπροσώπων να υποβάλλουν την έκθεση απευθείας στην κοινωνική Σύνοδο Κορυφής. Ζήτησε ακόμη να ενισχυθεί ο ρόλος και η ευθύνη των κοινωνικών εταίρων στην υλοποίηση και παρακολούθηση των κατευθυντήριων γραμμών.
Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Λάακεν το Νοέμβριο του 2002 με κοινή δήλωση των κοινωνικών εταίρων εγκρίθηκε ένα πολυετές πρόγραμμα εργασίας για την περίοδο 2003-2005 για την αντιμετώπιση των πλέον σημαντικών ζητημάτων που συνδέονται με τη στρατηγική της Λισσαβόνας. Το πρόγραμμα αυτό θα καλύπτει την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τη δράση των κοινωνικών εταίρων στα κράτη μέλη για την εφαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών και για όλες τις συνδεδεμένες με αυτές πρόσθετες δράσεις που αναφέρονται πιο πάνω. Γενικά καλούνται οι κοινωνικοί εταίροι να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαχείριση των συνεπειών της οικονομικής αλλαγής, να δείξουν έναν αυξημένο ενδιαφέρον από το στάδιο του σχεδιασμού των πολιτικών ως το στάδιο της υλοποίησης, να επιμένουν στην ανάγκη αξιολόγησης με την υποβολή περιοδικών εκθέσεων.
Αλλά και τα κράτη μέλη πρέπει να επιδιώξουν να ενθαρρύνουν και να υποστηρίξουν τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων μερών, περιλαμβανομένης και της κοινωνίας των πολιτών, γεγονός που οδηγεί στη διεύρυνση της βάσης του κοινωνικού διαλόγου. Το σύνολο των στρατηγικών, εθνικών, περιφερειακών, τοπικών πρέπει να βασίζονται σε εταιρικές σχέσεις. Με την ανάδειξη των εταιριών σχέσεων θα μπορέσει ακόμη να έχει επιτυχία η διάδοση των ορθών πρακτικών που εφαρμόζονται σε ορισμένα κράτη μέλη.
Είναι, λοιπόν, σαφές ότι βρισκόμαστε στον αστερισμό της ιδεολογίας του διαλόγου που δεν περιορίζεται μόνο στον παραδοσιακό κοινωνικό διάλογο, αλλά επεκτείνεται και στο ευρύτερο φάσμα της κοινωνίας με την προώθηση του διαλόγου των πολιτών. Ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης των κοινωνικών σχέσεων εκκολάπτεται που περιλαμβάνει νέους κανόνες, νέους όρους και νέο περιεχόμενο.
Όπως αναφέρει και η Ανακοίνωση της Επιτροπής της 14.01.2003 ο επαγγελματικός βίος γίνεται πιο σύνθετος, καθώς οι μορφές εργασίας γίνονται πιο ακανόνιστες και ένας αριθμός μεταβατικών καταστάσεων πρέπει να ληφθούν υπόψη, όπως οι νέες καταστάσεις σχολικής και επαγγελματικής ζωής μεταξύ διαφόρων μορφών εργασίας, μεταξύ του ενεργού επαγγελματικού βίου και της συνταξιοδότησης και μεταξύ εργασίας και κατάρτισης, διακοπής της σταδιοδρομίας και περιόδου φροντίδας.
Αν θελήσει κανείς να κάνει μια αναδρομή ακόμη και στο πρόσφατο παρελθόν, θα δει ότι όλα αυτά τα θέματα ήταν έξω από το πεδίο συνάντησης και σύγκρουσης κεφαλαίου και εργασίας. Τα συστήματα των εργασιακών σχέσεων ήταν προσανατολισμένα σε άλλους στόχους και οι διαπραγματεύσεις είχαν άλλες προτεραιότητες. Είναι, λοιπόν, κατάδηλο ότι ανοίγεται ένας νέος ορίζοντας για τα συστήματα των εργασιακών σχέσεων και όσο πιο γρήγορα το συνειδητοποιήσουν οι κοινωνικοί εταίροι τόσο πιο πρωτοπόροι θα είναι στην ανάπτυξη του τόπου και θα συμβάλλουν στο στόχο να γίνει η Ευρώπη όντως η πιο ανταγωνιστική οικονομία.