Ομιλίες

   

 Ομιλία του Ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ καθηγητή Ιωάννη Κουκιάδη σε εκδήλωση βράβευσης της επιχείρησης «Siemens Τηλεβιομηχανική ΑΕ» στο  πλαίσιο του προγράμματος «πρόληψη»(Safe) της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


Θεσσαλονίκη19/10/1999

Είναι αυτονόητο ότι μαζί με τους άλλους ομιλητές πρέπει να συνενώσω και εγώ τα συγχαρητήρια μου για το θαυμάσιο έργο που επιτέλεσε η εταιρία  SIEMENS στο θέμα της υγιεινής και ασφάλειας του προσωπικού  αλλά και για την πρωτοβουλία που ανέλαβε ο ΣΒΕ για την βράβευση και την ευρύτερη δημοσιότητα που έδωσε σε αυτή.

Η απονομή διακρίσεων για επιβράβευση πρωτοβουλιών όπως αυτή στην οποία αναφέρεται η σημερινή εκδήλωση δεν πρέπει να περάσει στη συνείδηση μας ως μία συνήθης εκδήλωση επιβράβευσης. Αν αναλογισθεί κανείς ποια θέση κατείχαν στις ιεραρχήσεις της κοινωνικής πολιτικής και στις προτεραιότητες της επιχειρηματικής δράσης τα θέματα της υγιεινής και ασφάλειας μόλις πριν από είκοσι χρόνια και θελήσει να συγκρίνει την εποχή εκείνη με τη σημερινή, θα μείνει εντυπωσιασμένος από το τεράστιο άλμα που πραγματοποιήθηκε στη χώρα μας και στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όλοι αναγνωρίζουν πλέον σήμερα ότι το επιδιωκόμενο από την Ευρωπαϊκή πολιτική σύστημα υγιεινής και ασφάλειας αποτελεί μέρος του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και η πολιτική για το περιβάλλον εργασίας μέρος του πολιτισμικού ιδεώδους που πρεσβεύουμε για την νέα χιλιετία.

Τα θέματα υγιεινής και ασφάλειας έχουν αποκτήσει μία σαφή προτεραιότητα στη σύγχρονη ευρωπαϊκή και εθνική  κοινωνική πολιτική που δεν μας επιτρέπει πλέον να τα αντιμετωπίζουμε ως θέματα  δευτερεύουσας σημασίας.

Πράγματι δεν πρέπει να χαιρετίσουμε απλώς το γεγονός ότι το παραγωγικό σύστημα λειτουργεί πλέον άμεσα συνδεδεμένο με μια σειρά από δεσμεύσεις που απορρέουν από τις κοινοτικές οδηγίες και τα αντίστοιχα Προεδρικά Διατάγματα που επιβάλλουν με διατάξεις δημοσίας τάξης υψηλές προδιαγραφές για το σύνολο του εργασιακού περιβάλλοντος. Αυτές  θα μπορούσαν να εκληφθούν από ορισμένους ως βάρη προς όφελος των εργαζομένων που δυσκολεύουν το επιχειρηματικό  έργο.

Για αυτό κυρίως και πρωτίστως θα πρέπει να σταθούμε στο γεγονός ότι η ενσωμάτωση των όρων υγιεινής και ασφάλειας στους επιχειρηματικούς προγραμματισμούς γίνεται συνειδητά, ως επί το πλείστον, αποδεκτή από το σύγχρονο επιχειρηματικό κόσμο και διατρέχει όλο το κύκλωμα παραγωγής. Πράγματι, η αρχή της ενσωματωμένης ασφάλειας αποτελεί αναπόσπαστο πλέον στοιχείο κάθε σύγχρονου σχεδιασμού, εγκαταστάσεων , μηχανών και εξοπλισμού και παρακολουθεί το προϊόν από την αρχική του σύλληψη μέχρι τον καταναλωτή. Οι όροι υγιεινής και ασφάλειας αποτελούν μέρος πλέον της πολιτικής για ολική ποιότητα και μέρος της διαφήμισης της επιχείρησης. Η σύγχρονη επιχείρηση δεν μπορεί να επιβιώσει στο σύγχρονο ανταγωνιστικό περιβάλλον χωρίς μία αντίστοιχη ολοκληρωμένη πολιτική.

Και για να μη θεωρηθεί ότι εκφράζω απλώς προσωπικές μου εκτιμήσεις θα πρέπει να υπενθυμίσω ότι η Ευρωπαϊκή Συνθήκη για την Ενιαία Αγορά και στη συνέχεια η συνθήκη του Άμστερνταμ, την ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής οικονομίας μέσα στο παγκόσμιο σύστημα παραγωγής την έχουν συνδέσει άρρηκτα με την αειφόρο ανάπτυξη με ότι αυτό συνεπάγεται για το περιβάλλον εργασίας, το γενικότερο περιβάλλον, τον εξανθρωπισμό των όρων εργασίας και για την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής.

Με την καθιέρωση δε της ειδικής πλειοψηφίας στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού συμβουλίου για τα θέματα υγιεινής και ασφάλειας επιταχύνθηκε η διαδικασία λήψης των κατάλληλων νομοθετικών μέτρων σε ευρωπαϊκό επίπεδο και διευκολύνθηκε η διεύρυνση των στόχων. Σήμερα περισσότερο από το ήμισυ του Ευρωπαϊκού νομοθετικού έργου στα κοινωνικά θέματα αναφέρεται στην υγιεινή και ασφάλεια.

Μετά το τρίτο πρόγραμμα δράσης που για πρώτη φορά περιλαμβάνει ειδικές πρωτοβουλίες προς όφελος των ΜΜΕ (Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων ) ακολούθησαν το 1992 οι κατευθυντήριες γραμμές για το νέο εργασιακό περιβάλλον και το 1994 η ίδρυση του Ευρωπαϊκού γραφείου για το εργασιακό περιβάλλον στο Μπιλμπάο, με σκοπό τη διεύρυνση τεχνικών και επιστημονικών πληροφοριών στον τομέα των συνθηκών εργασίας. Το 1995 καταρτίζεται το τέταρτο πρόγραμμα δράσης μέρος του οποίου αποτελεί και το πρόγραμμα SAFE (Πρόγραμμα δράσης Ασφάλειας για την Ευρώπη). Το πρόγραμμα αυτό που είναι πενταετούς διάρκειας (1996-31/12/200) απευθύνεται και αυτό κυρίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και μάλιστα όχι μόνο των κρατών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού χώρου αλλά και των υπολοίπων κρατών της Ευρώπης.

Το ενδιαφέρον για το πρόγραμμα SAFE είναι ότι, πέρα από τον αυτονόητο στόχο για τη βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος, ενθαρρύνει την προώθηση και   πρακτικών λύσεων για τους κινδύνους εργασίας, τη διάδοση των βέλτιστων πρακτικών για την καταπολέμηση εργατικών ατυχημάτων, την προώθηση μέσων για την αποτελεσματική εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στα αντίστοιχα θέματα, την προώθηση καινοτόμων προσεγγίσεων, στους αναδυόμενους τομείς επαγγελματικών κινδύνων, την προώθηση της εκπαίδευσης για τα θέματα υγιεινής και ασφάλειας και τη βελτίωση ευαισθητοποίησης για το εργασιακό περιβάλλον. Για μια ακόμη φορά επαληθεύεται το νέο πρίσμα με το οποίο ο επιχειρηματίας και ο εργαζόμενος πρέπει να προσεγγίσει τα θέματα υγιεινής και ασφάλειας. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η Ευρωπαϊκή συνεισφορά είναι 60%  και ως 90 % κατ ανώτατο όριο για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις με λιγότερα από 50 άτομα.

Θα ήταν όμως παράλειψη να μην αναφερθώ για τον ιδιαίτερο ρόλο που διαδραμάτισε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στη διεύρυνση των στόχων της Ευρωπαϊκής πολιτικής για την υγιεινή και Ασφάλεια .Όλες σχεδόν οι νεώτερες οδηγίες στα θέματα αυτά που ρυθμίζουν τα αντίστοιχα θέματα περιέχουν προτάσεις από εισηγήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Σημαντική ήταν ακόμη η συμβολή του στην κατάρτιση του τετάρτου κοινοτικού προγράμματος και οι προτάσεις μέτρων υπέρ των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων τις οποίες θεωρεί πλέον ως κομβικό στοιχείο στην μέλλουσα οικονομική ανάπτυξη της Ευρώπης και στη μελλοντική αντιμετώπιση της ανεργίας. Ιδιαίτερα θα πρέπει να υπενθυμίσω ότι από την τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο στα θέματα αυτά όπως και σε μία σειρά από άλλα θέματα ζωτικής σημασίας οικονομικού και κοινωνικού περιεχομένου είναι απαραίτητη η συναπόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, γεγονός που καθιστά πλέον το Κοινοβούλιο ένα νομοθετικό σώμα με τη γνωστή του όρου έννοια. Επιπλέον έχει αυξημένες αρμοδιότητες υποβολής εκθέσεων για τον τρόπο εφαρμογής των μέτρων που αποφασίζονται στο πλαίσιο της αρμοδιότητας για τον έλεγχο εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας. Αυτή τη στιγμή βρίσκονται υπό συζήτηση μία σειρά από νέες οδηγίες ανάμεσα στις οποίες πρέπει να αναφέρουμε τις οδηγίες για τους εργαζόμενους στη μεταφορά , τους εργαζόμενους με ελαστικές μορφές εργασίας για την προστασία από κινδύνους έκρηξης της ατμόσφαιρας, την κατάργηση χρήσης του αμιάντου κτλ.

Κλείνοντας τη σύντομη αυτή ομιλία θα ήθελα να ευχηθώ στην εταιρία SIEMENS  συνεχίσει με επιτυχία το έργο της  και στους εκπροσώπους των άλλων μικρομεσαίων επιχειρήσεων να ακολουθήσουν το παράδειγμα αυτό με ακόμη μεγαλύτερο ζήλο.  

 ΠΙΣΩ

Ομιλία σε εκδήλωση που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Ανάπτυξης Γυναικών  Μάνατζερ Επιχειρηματιών  και το Ινστιτούτο Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης Ανθρωπίνου δυναμικού.
 Τίτλος ομιλίας  «Παρεμπόδιση & Παρενόχληση στον εργασιακό χώρο. Αίτια επιπτώσεις, αντιμετώπιση».

 

                                                                                                   Θεσσαλονίκη  22 /11/1999

Η σεξουαλική παρενόχληση απαντά σε διάφορους χώρους ιδιωτικούς αλλά και δημόσιους. Ιδιαίτερο ωστόσο ενδιαφέρον παρουσιάζει ως φαινόμενο σε εκείνους τους χώρους εργασίας όπου παράλληλα με τα θέματα της διάκρισης των φύλων παρεμβαίνουν και τα θέματα εξάρτησης. Το φαινόμενο είναι παλαιό- γι’ αυτό εξάλλου αυτής της μορφής καταγγελίες τέτοιου είδους συναντάμε έστω και περιστασιακά από τις αρχές του αιώνα .Καθώς αυτό συνδεόταν με την αντίληψη ότι το γυναικείο σώμα είναι αντικείμένο και από τη θεωρούμενη ως φυσική ανισότητα των δύο φύλων. Με αυτά τα δεδομένα  η παρενόχληση αποτελούσε λίγο έως πολύ δικαίωμα. Σε παλαιότερες εποχές και μόνο ότι η γυναίκα εισήρχετο στην αγορά εργασίας υπονοούσε ότι ήταν «διαθέσιμη». Οι κατεστημένες αξίες όμως δεν επέτρεπαν την οποιαδήποτε δημόσια καταδίκη.

Παρά το γεγονός της αναγνώρισης της ισότητας ανδρών και γυναικών και της καταπολέμησης κάθε είδους διακρίσεων από διεθνή κείμενα και Συντάγματα χρειάστηκε να παρέλθει πολύς καιρός έως ότου ενταχθούν τα θέματα αυτά στις προτεραιότητες της κοινωνικής πολιτικής και προκαλέσουν τη φροντίδα των νομοθετών. Η αρχή της εξέλιξης αυτής τοποθετείται χρονικά στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Έκτοτε έχει γίνει σημαντική πρόοδος αλλά ακόμα χρειάζεται χρόνος για μία πιο ολοκληρωμένη αντιμετώπιση του προβλήματος.

Για να γίνει το παράδειγμα πιο εύληπτο και προτού ακόμη αρχίσουμε τις οποιεσδήποτε θεωρητικές αναλύσεις και αναζητήσεις, θα θέσω υπόψη σας δύο περιστατικά τα οποία χρησιμοποιεί η Ειδική Υπηρεσία Δικαιωμάτων του Καναδά προκειμένου να εκλαϊκεύσει το θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης .

Τα περιστατικά - κεντρικά πρόσωπα των οποίων είναι η Μαρία και η Σουζάνα αντιστοίχως - περιγράφονται ως εξής : «Ο εργοδότης της Μαρίας της υπενθυμίζει συχνά ότι θα  μπορέσει να τη βοηθήσει αποτελεσματικά στη σταδιοδρομία της αν ήταν λίγο πιο φιλική μαζί του».

Κεντρικό πρόσωπο του δεύτερου περιστατικού, που επικαλείται η Ειδική Υπηρεσία Δικαιωμάτων είναι  η Σουζάνα . «Η Σουζάνα εργάζεται μαζί με πέντε άνδρες οι οποίοι συχνά της απευθύνονται με κλισέ του τύπου «Αυτή είναι εργασία για άνδρες» ή «οι γυναίκες πρέπει να μένουν στο σπίτι». Κατά διαστήματα και οι δύο γυναίκες παρενοχλούνται με τσιμπήματα ή χάδια.

Στο ερώτημα γύρω από το τι συνιστά σεξουαλική παρενόχληση η Ειδική Υπηρεσία Δικαιωμάτων του Καναδά απαντά ότι σε αυτήν εμπίπτουν κάθε είδους συμπεριφορές κατά την εργασιακή απασχόληση που έχουν σαν στόχο το φύλο, όταν αυτές είναι δυνατόν να επηρεάσουν τις αποφάσεις του εργοδότη είτε όταν η αποδοχή ή άρνηση τους είναι δυνατόν να επηρεάσει τις αποφάσεις του και με την προϋπόθεση βέβαια ότι δεν γίνονται με τη συναίνεση του άμεσα θιγομένου. Ο ορισμός αυτός είναι στενός και δεν καλύπτει όλες τις περιπτώσεις. Πολύ πιο ευρεία είναι η έννοια της σεξουαλικής παρενόχλησης που δέχονται τα ευρωπαϊκά κείμενα σύμφωνα με τα οποία σεξουαλική παρενόχληση σημαίνει ανεπιθύμητη σεξουαλική ή άλλης φύσεως συμπεριφορά που βασίζεται στη διαφορά του φύλου και θίγει την αξιοπρέπεια ανδρών και γυναικών κατά την εργασία και εκφράζεται με λόγια και με πράξεις.

Με βάση όλα τα παραπάνω η συναίνεση ακυρώνει την έννοια της παρενόχλησης εκτός αν αυτή αποσπάσθηκε με απειλές ή με υποσχέσεις για θέματα σχετικά με την απασχόληση. Έτσι διακρίνεται από την απλή εκδήλωση ερωτικού ενδιαφέροντος.

Υπεύθυνος θεωρείται κάποιος για παρενόχληση ακόμη και όταν διατείνεται ότι η εκδήλωση μιας τέτοιας συμπεριφοράς δεν ήταν στις προθέσεις του. Το στοιχείο ωστόσο της ενοχής παραμένει από τη στιγμή που σύμφωνα με  την κρίση εχέφρονος ανθρώπου  η συμπεριφορά του ήταν δυνατόν να επιφέρει τα παραπάνω αποτελέσματα.

Η παρενόχληση μπορεί να λάβει χώρα στον τόπο εργασίας, στον χρόνο εργασίας όσο και εκτός του τόπου και του χρόνου αυτής. Επίσης μπορεί να ενταχθεί στις κάθετες σχέσεις εργαζομένου και εργοδότη καθώς επίσης να παραχθεί και κατά τις οριζόντιες σχέσεις μεταξύ εργαζομένων ή εργαζομένων και πελατών και αντιστρόφως.

Μέσα από μια γενικότερη σύλληψη του προβλήματος θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η παρενόχληση μπορεί να προέλθει από οποιοδήποτε φύλο αλλά ακόμη και να αφορά στο ίδιο φύλο. Είναι τελείως διαφορετικό θέμα το αν η περίπτωση σεξουαλικής παρενόχλησης γυναικός από άνδρα καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των περιπτώσεων και παρουσιάζει ευνόητα το μεγαλύτερο ενδιαφέρον ακριβώς γιατί συνδέεται με το πρόβλημα της ανισότητας των δύο φύλων. Σε αυτές τις συμπεριφορές συγκαταλέγονται : οι υποτιμητικές κρίσεις για το ένα ή το άλλο φύλο, οι  συστηματικές ενοχλήσεις που ξεκινούν από αστεϊσμούς και καταλήγουν ως και τη σωματική ενόχληση, οι μεροληπτικές αξιολογήσεις, οι  αδικαιολόγητες κρίσεις, η μείωση του χρόνου εργασίας, η εντατικοποίηση του χρόνου εργασίας, οι απολύσεις, οι προσχηματικές παραπομπές για πειθαρχικές παραβάσεις και ούτω καθεξής.

Ανεξάρτητα από την ευθύνη που μπορεί να φέρει ο δράστης, ευθύνη υπέχει εξίσου και ο εργοδότης -έστω και αν δεν είχαν υποπέσει στην αντίληψη του  σχετικές καταστάσεις- ακριβώς επειδή δεν έλαβε τα προσήκοντα προληπτικά μέτρα. Το αν υπήρχε εν προκειμένω άγνοια των καταστάσεων αυτών είναι χωρίς σημασία. Για τη νομική επιστήμη αυτό σημαίνει ότι ο εργοδότης φέρει «αντικειμενική ευθύνη από την πρόστηση», όσον αφορά τα πρόσωπα που απασχολεί στην υπηρεσία του.

Έτσι, στα πλαίσια της προαναφερθείσης ευθύνης, ο εργοδότης θα πρέπει με διαταγές και εγκυκλίους να προσδιορίσει με σαφήνεια τις ανεπίτρεπτες συμπεριφορές, να μεριμνήσει για την ταχύτητα των διαδικασιών σχετικά με τη διερεύνηση αντίστοιχων καταγγελιών, να διασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των ερευνών και την αντικειμενικότητα, να κατοχυρώσει ότι ο προσφεύγων δεν θα έχει καμία δυσμενή συνέπεια, να δίδει σαφείς και αυστηρές οδηγίες στους προϊσταμένους για την αποφυγή τέτοιων συμπεριφορών καθώς και να απαγορεύσει κάθε είδους αστεϊσμούς που στοχεύουν στο φύλο. Τέλος , όσον αφορά το θύμα, θα πρέπει να του υποδεικνύεται ότι η αποσιώπηση τέτοιων περιστατικών δεν λύνει το πρόβλημα αλλά αντιθέτως το μεγαλώνει και ότι με την έναρξη παρόμοιων πράξεων πρέπει να υπάρξει αντίδραση τέτοια που να αποθαρρύνει τη συνέχιση τους. Στην περίπτωση μάλιστα που εξακολουθήσουν οι οχλήσεις ο/ η θιγόμενος /η  θα πρέπει να προσφεύγει στο Δικαστήριο. Στο σημείο αυτό συνιστάται η καταγραφή με συγκεκριμένο τρόπο των γεγονότων και η εξασφάλιση μαρτύρων.

Στην καταπολέμηση των σεξιστικών παρενοχλήσεων παρατηρείται σήμερα ότι εκείνος που εκδηλώνει άμεσο ενδιαφέρον είναι και ο εργοδότης. Για το θύμα είναι λίγο ως πολύ κατανοητές οι δυσάρεστες συνέπειες από τέτοιες συμπεριφορές: δημιουργούνται κατά κύριο λόγο ψυχολογικά προβλήματα (στρες, κατάθλιψη, αϋπνία), προβλήματα  που εκτός των άλλων επηρεάζουν και την ίδια τη λειτουργία της επιχείρησης.

Πράγματι, οι δυσάρεστες συνέπειες αφορούν τόσο τη λειτουργική όσο και την οικονομική πλευρά της επιχείρησης. Αρκεί να αναφέρει κανείς τις συχνές άδειες απουσίας, τις άδειες ασθενείας ή τις προσχηματικές άδειες, τη χαμηλή παραγωγικότητα εξαιτίας της έλλειψης καλού εργασιακού κλίματος είτε τέλος τη συχνή αλλαγή εργοδότη. Στις οικονομικές θα μπορούσαν να ενταχθούν οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται στο θύμα, τις αποζημιώσεις λόγω παράνομης απόλυσης, οι χρονοβόροι και πολυέξοδοι δικαστικοί αγώνες και βέβαια στην περίπτωση που τα γεγονότα πάρουν δημοσιότητα, η ίδια η δυσφήμηση της επιχείρησης.

Η έκταση του φαινομένου είναι πολύ πιο ευρεία από ότι υποπτευόμασταν. Αυτό ισχύει για όλες τις χώρες όπως και για τη χώρα μας. Από έρευνα που διεξήχθη στην περιοχή των Αθηνών σε δείγμα 1500 ανδρών και γυναικών έδειξε ότι το 60% έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση κατά την εργασία. Επίσης έδειξε ότι το μεγαλύτερο ποσοστό εμφανίζουν οι χήρες (82%0, οι διαζευγμένες και οι άγαμες (59%). Αλλά και για τις έγγαμες το ποσοστό είναι αρκετά υψηλό (56%). Επίσης παρατηρήθηκε ότι το ποσοστό αυξήθηκε στις απόφοιτες Δημοτικού  (72%) αλλά και στις άλλες κατηγορίες και κυμαίνεται από 55% έως 60%.

Το θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης συνδέεται επίσης και με το θέμα της βίας ανδρών κατά των γυναικών κατά το μέτρο που η σεξουαλική παρενόχληση προέρχεται από τους άνδρες. Σε αυτή την περίπτωση τα αίτια είναι εν πολλοίς κοινά και γι’ αυτό θα πρέπει να λάβουμε υπόψη αποφάσεις, ψηφίσματα και πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αναφέρονται στα θέματα βίας. Η βία ορίζεται σύμφωνα με τη διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών ως «κάθε πράξη που συνδέεται με το φύλο και οδηγεί ή ενδέχεται να οδηγήσει σε σωματικές, σεξουαλικές ή ψυχολογικές βλάβες ή και στην ψυχολογική ταλαιπωρία της γυναίκας, συμπεριλαμβανομένων των απειλών, των καταναγκασμών και των συνοπτικών περιορισμών της ελευθερίας».

Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι ένα μέρος των περιγραφομένων πράξεων συνιστούν αυτό που καλούμε σεξουαλική παρενόχληση όπως την προσδιορίσαμε πιο πάνω. Επιπλέον θα μπορούσε να επισημανθεί ότι η βία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον άνισο καταμερισμό της εξουσίας μεταξύ των δύο φύλων σε κοινωνικό, οικονομικό και θρησκευτικό επίπεδο παρά τη θεωρητική διασφάλιση της ισότητας, ιδιαίτερα μάλιστα στους χώρους της δουλειάς όπου το φαινόμενο εκδήλωσης βίας είναι προϊόν της υπέρβασης εξουσίας κάτι που άλλωστε ισχύει όπως και στη σεξουαλική παρενόχληση. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι ζητείται η λήψη προληπτικών μέτρων καθώς και η θεώρηση των πράξεων αυτών ως αδίκημα στη βάση της κατάργησης κάθε μορφής διάκρισης ανδρών και γυναικών.

Στα πλαίσια λοιπόν αυτής της πολιτικής η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εκδώσει μέχρι τώρα τον Κώδικα Πρακτικών Οδηγιών (1994) και την έκθεση της κυρίας Έρικσον για την καταπολέμηση της βίας με βάση την αρχή της μηδενικής ανοχής. Από την έκθεση αυτή προβλέπονται η χρηματοδότηση ανεξάρτητων υπηρεσιών για τη φροντίδα των θυμάτων, η αναφορά της ρήτρας του σεβασμού των δικαιωμάτων της γυναίκας στις συμβάσεις που υπογράφει η ΕΕ με τρίτες χώρες , η θεώρηση του έτους 1999 ως  «Έτος κατά της βίας», η εξέταση από την Επιτροπή των αποτελεσμάτων της εκστρατείας που ξεκίνησε στα διάφορα κράτη μέλη. Ακόμη η επικύρωση από τα τελευταία της σύμβασης του Πεκίνου, η θέσπιση ειδική ποινική νομοθεσία πέρα της κοινής ποινικής όπως και η θέσπιση ειδικών διατάξεων για τη σεξουαλική παρενόχληση αλλά και η άρση των εμποδίων που αποθαρρύνουν την προσφυγή από πλευράς των θιγομένων. Από τη σχετική έκθεση προβλέπεται ακόμη η ειδική εκπαίδευση στα πλαίσια του προγράμματος κοινωνικής εργασίας αλλά και η εκπόνηση σχολικών προγραμμάτων προκειμένου για την ευαισθητοποίηση της νέας γενιάς και την καταπολέμηση της αντίληψης ότι το σώμα της γυναίκας αποτελεί αντικείμενο. Προβλέπεται τέλος και η λειτουργία υπηρεσιών βοηθείας που λειτουργούν όλο το 24ωρο.

Αξιοσημείωτη τέλος είναι και η έκθεση του Stephen Hughes  (28-10-1998) για το πρόγραμμα κοινωνικής δράσης 1998-2000 και την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17-2-1999 για τη θέσπιση προγράμματος κοινωνικής δράσης σχετικά με τα μέτρα για την πρόληψη βίας σε βάρος των παιδιών εφήβων και γυναικών. Το ενδιαφέρον των προγραμμάτων αυτών έγκειται στο ότι προωθούν προγράμματα δράσης κατά των διακρίσεων με βάση το άρθρο 13 της Συνθήκης του Άμστερνταμ  και με σκοπό την καταπολέμηση των διακρίσεων και του κοινωνικού αποκλεισμού. Στο πλαίσιο των προγραμμάτων αυτών προβλέπονται διακρατικές συνεργασίες ενώ ζητείται από την Επιτροπή να υποβάλλει προτάσεις για δεσμευτική νομοθεσία όσον αφορά τη σεξουαλική παρενόχληση. Ζητείται ακόμη η σύσταση διϋπηρεσιακών δικτύων για ανταλλαγή πληροφοριών όπως και η χρηματοδότηση εκείνων των πρωτοβουλιών που θα βοηθήσουν στη συνειδητοποίηση της κατάστασης από την κοινή γνώμη. Τέλος, προβλέπεται η σύσταση επιτροπής συμβουλευτικού χαρακτήρα αναφορικά με τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν.

Όλα αυτά τα μέτρα έχουν ως πρώτο μέλημα την καταπολέμηση βαθιά ριζωμένων αντιλήψεων και την προαγγελία μίας νέας προσέγγισης της κοινωνίας για όλους όπου οι διακρίσεις με βάση φύλο , φυλή, εθνικότητα ή αναπηρία θα πάψουν να κρατούν τους ανθρώπους σε απόσταση.

 

 ΠΙΣΩ

Ομιλία του Ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ , καθηγητή Ιωάννη Κουκιάδη  με αφορμή την 3η Δεκεμβρίου που έχει χαρακτηριστεί ως «ημέρα ατόμων με ειδικές ανάγκες»  και  με  την ευκαιρία της  Ευρωπαϊκής Συνδιάσκεψης που έγινε στη Λισσαβώνα την Παρασκευή 26 Νοεμβρίου με θέμα: «21ος αιώνας:Συμμετοχή για όλους».


 Θεσσαλονίκη  3/12/1999

Η ημέρα της 3ης Δεκεμβρίου έχει ορισθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως ημέρα αφιερωμένη στα πρόσωπα με ειδικές ανάγκες, χωρίς διάκριση για τους λόγους που προκάλεσαν την ιδιαίτερη κατάσταση ή το είδος της κατάστασης που βρίσκεται ένα συγκεκριμένο άτομο, ως υπόμνηση κατά της περιθωριοποίησης των προσώπων αυτών που αγγίζει πολλές φορές δυστυχώς και τα όρια της κατάχρησης. Παράλληλα, υποδηλώνει με συμβολικό τρόπο τη δεδηλωμένη βούληση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να περάσει τη νέα προσέγγιση στα προβλήματα τους που εκφράζεται με την πολιτική της για μια κοινωνία για όλους.

Αυτή η νέα προσέγγιση της Ε.Ε. αποτελεί το πιο ενθαρρυντικό μήνυμα για την κοινωνία που θέλουμε να οικοδομήσουμε τον 21ο αιώνα, γιατί πολιτισμός και δημοκρατία για λίγους ή για εκλεκτούς οδηγεί στην αυτοαναίρεσή τους. Αυτό επιβεβαιώθηκε στη Διεθνή Συνδιάσκεψη της Λισσαβώνας που έγινε την προηγούμενη Παρασκευή και στην οποία είχα την τιμή να παραστώ εκπροσωπώντας την Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Η νέα αυτή προσέγγιση μεταφράζεται στο ότι όλα τα πρόσωπα  με ειδικές ανάγκες πρέπι να αντιμετωπίζονται ως πρόσωπα με ισοδύναμα δικαιώματα για συμμετοχή σε όλες τις εκδηλώσεις της κοινωνίας, από την εκπαίδευση και την εργασία ως την πρόσβαση στα μέσα συγκοινωνίας, τους δημόσιους χώρους, την ψυχαγωγία και οτιδήποτε άλλο συνθέτει την κοινωνική μας ζωή. Τα πρόσωπα με ειδικές ανάγκες είναι υποκείμενα δικαιωμάτων με βάση τις ανάγκες τους, και όχι απλώς πρόσωπα που εξαιτούν βοήθεια.. Για αυτό και προτείνεται στις αντιπροσωπευτικές τους οργανώσεις το δικαίωμα για διαπραγμάτευση με το κράτος και την υποχρεωτική διαβούλευση πριν από τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου. Αυτή η νέα πολιτική σημαίνει ότι αντί να παρέχεται βοήθεια στα πρόσωπα αυτά για να προσαρμοστούν στο ελάττωμά τους, θα πρέπει να σχεδιάζουμε μέτρα για την πλήρη ενσωμάτωσή τους, ως κλειδί για τη συμμετοχή τους στην κοινωνία. Τα κράτη-μέλη καλούνται να λάβουν τα μέτρα αυτά.

Πρακτικά ανοίγεται ένας ευρύτατος κύκλος μέτρων που απευθύνονται στο σύνολο σχεδόν των δράσεων της πολιτείας, όπως νέες προδιαγραφές στην κατασκευή των λεωφορείων και στη διευθέτηση των χώρων των δημοσίων υπηρεσιών προκειμένου να διευκολύνεται η πρόσβαση των προσώπων αυτών,  η αγορά ειδικού εξοπλισμού , η πρόβλεψη εξειδικευμένου προσωπικού , η αναμόρφωση του περιβάλλοντος εργασίας και οτιδήποτε άλλο είναι αναγκαίο προκειμένου να μπορούν τα πρόσωπα αυτά να ασκούν τα δικαιώματα τους όπως και οι άλλοι πολίτες .

Από τη στιγμή που τα κράτη μέλη πρέπει να μεριμνούν έτσι ώστε σε όλες τις επιμέρους πολιτικές να λαμβάνουν μέριμνα για τις ειδικές ανάγκες των προσώπων αυτών, αναπόφευκτα δημιουργείται η ανάγκη για συντονισμό των πολιτικών αυτών και για αυτό προτείνεται η σύσταση «ειδικού διυπουργικού οργάνου».

Η προτεραιότητα που δίδεται στις πολιτικές αυτές από την Ε.Ε. συνοδεύεται και από αντίστοιχες χρηματοδοτήσεις με στόχο να υπάρχουν ορατά αποτελέσματα μέχρι το έτος 2003, το οποίο πρόκειται να προταθεί ως έτος για τα άτομα με ειδικές ανάγκες στην προσεχή Ολομέλεια του ΕΚ στο Στρασβούργο. Στις χρηματοδοτήσεις αυτές περιλαμβάνονται και οι χρηματοδοτήσεις ειδικών στατιστικών για την εξακρίβωση των επιμέρους προβλημάτων της

Το δύσκολο σε αυτή τη φιλόδοξη προσπάθεια για μια κοινωνία για όλους χωρίς αποκλεισμούς, δεν είναι τόσο η λήψη μέτρων όσο η αναθεώρηση βαθιά ριζωμένων αντιλήψεων που εμποδίζουν να ξεπεραστεί  η μειωτική αντιμετώπιση των συνανθρώπων μας, με τα κάθε είδους αυθαίρετα κριτήρια που εντάσσονται στην ευρεία έννοια των ρατσιστικών κριτηρίων παρά το γεγονός ότι οι πολλοί δηλώνουν δημόσια αντιρατσιστές. Αυτός ο καλυμμένος ρατσισμός για να αντιμετωπισθεί θέλει μια βαθιά προσπάθεια ενημέρωσης για να αποκαλυφθούν τα ιδιαίτερα αρνητικά του στοιχεία. Η Ε.Ε. προτίθεται να χρηματοδοτήσει τέτοια προγράμματα ενημέρωσης.  Η κατάκτηση της κοινωνίας των πολιτών για όλους αποτελεί ένα ιδεώδες που πρέπει να αγκαλιαστεί από όλους μας. Κυβερνήσεις και μη κυβερνητικοί φορείς πρέπει να συντονίσουν τις ενέργειές τους προκειμένου τα αντίστοιχα σχέδια να βρουν τη μεγαλύτερη δυνατή ανταπόκριση.

 ΠΙΣΩ